Φανταστείτε έναν παιδικό σταθμό.
Όχι σαν τους άλλους.
Είναι τεράστιος – η βασική του αίθουσα είναι αχανής, σαν αυτά
τα μεγάλα ποδοσφαιρικά γήπεδα, εκατόν είκοσι μέτρα μήκος και εξήντα πλάτος και μάλιστα
σκεπαστή, δίχως να εκτίθεται στις καιρικές συνθήκες.
Σε αυτό τον παιδικό σταθμό έχουν ξαμοληθεί ελεύθερα σαν
αγρίμια εκατοντάδες παιδιά και παιδάκια από όλες τις φυλές τούτου του
πολύχρωμου κόσμου. Παιδιά με αμυγδαλωτά μάτια, με σχιστά ματια, με στρογγυλά
μάτια, με μικρές μυτούλες και μικρές μυτόγκες, με πηγουνάκια πεταχτά και
μαζεμένα, με μαλλιά σε όλα τα χρώματα, μακριά και κοντά, ίσια και κατσαρά,
μαύρα , καστανά και ξανθομάλλικα. Μια πανσπερμία φυλών, ένα γαϊτανάκι
παιχνιδιού σε τούτη την αίθουσα του παιδικού σταθμού.
Αλαλάζουν χαρούμενα τα παιδάκια, παίζουν μεταξύ τους, σ’ ένα
ατέλειωτο πανηγύρι, οι φωνές τους είναι οξυγόνο της ζωής, είναι η ζωή η ίδια.
Και τώρα απομακρυνόμαστε λιγάκι σαν να είναι η οπτική μας γωνία
στην οροφή του σταδίου και βλέπουμε τα μιλιούνια των παιδιών από ψηλά, σαν
μυρμηγκοφωλιά ελευθερίας, οι ίδιες ασύμμετρες κι ατέρμονες ελεύθερες κινήσεις
στο χώρο, σε τούτη τη μαγική αίθουσα.
Όλα τα παιδάκια παίζουν μεταξύ τους ελεύθερα, ό,τι θέλουν και
ό,τι τους αρέσει, ό,τι γουστάρουν αδερφέ μου, μαύρα μαζί με άσπρα και κίτρινα
και ερυθρόδερμα ακόμη υπάρχουν και εσκιμώοι και αλμπίνοι και κινούνται ελεύθερα
σε όλα τα μήκη και τα πλάτη και τρώνε μαζί σε μεγάλες αυτοσχέδιες παρέες και
μοιράζονται το φαγητό και το νερό και το γλυκό και το παγωτό και μοιράζονται
τις ξυλομπογιές και τους μαρκαδόρους και τα αυτοκινητάκια και τις κούκλες και
όλα τα επιτραπέζια παιχνίδια και έχουν όλα τα παιδάκια τη δυνατότητα να συμμετέχουν
σε παιχνίδια που παίζονται σε ομάδες και κρυφτό κυνηγητό και αμπάριζα και
ποδόσφαιρο και υπάρχουν και σε μερικά σημεία παιδάκια που παρά τον τρυφερόν της
ηλικίας τους ανταλλάσσουν φιλιά και γλυκύτητα και νιώθουν περίεργα πράγματα να
τους συμβαίνουν, νιώθουν έλξη το ένα για το άλλο, αφού όπως είναι ευρύτερα
γνωστό ο έρωτας επισυμβαίνει σε κάθε ηλικία και βεβαίως και σε τούτη.
Κι έρχεται μια μέρα που τούτο το ατελείωτο πανηγύρι στον
παιδικό σταθμό λαμβάνει τέλος. Νέοι κανόνες μπαίνουν στην αχανή αίθουσα, νέοι
κανόνες που έχουν να κάνουν με την κυκλοφορία των παιδιών, με τη συναναστροφή
τους, με το ποιος μπορεί να κάνει παρέα με τον άλλο, με το πώς μετακινείται το
ένα και το άλλο. Τα μεγαλύτερα λευκά παιδάκια τοποθετούνται από τους μεγάλους
στο κέντρο της αίθουσας, σε καλή θέση, είναι και λίγο γηραιότερα από τα άλλα
μες στην ηλικιακή τους άψη και μπαίνουν Κόκκινες Γραμμές γύρω τους και πράσινες
ανάμεσά τους. Κάτω από αυτά μεσολαβεί ένας κενός χώρος όπου μπορούν να
μετακινούνται προς τα κάτω αλλά με άδεια και πιο δύσκολα ενώ κάτω από τον κενό
χώρο τοποθετούνται πρώτα τα μελαμψά παιδάκια και μετά τα μαύρα παιδάκια αν και
όσο πλησιάζουμε στο κάτω κάτω κομμάτι της αίθουσας υπάρχουν και κάποια λευκά
παιδάκια. Και στα αριστερά της αίθουσας μετά από μεγάλο κενό τοποθετούνται άλλα
παιδάκια, με διαφορές μεταξύ τους από το πάνω τμήμα και το κάτω τμήμα. Το ίδιο
και στα δεξιά μας, όπου κυριαρχούν τα πολυάριθμα παιδάκια με τα σχιστά μάτια.
Οι Κόκκινες Γραμμές στην αίθουσα είναι ευδιάκριτες κι ακόμη
πιο ευδιάκριτες είναι οι κυρώσεις σε όσα παιδάκια τις περνούν. Τούτα μένουν
περιορισμένα για καιρό σε ειδικούς χώρους της αίθουσας, με λίγο και κακής
ποιότητας φαγητό και νερό και καθόλου παιχνίδια, και με τον καιρό τους φεύγει
και η διάθεση για παιχνίδι μεταξύ τους, από εκείνα τα παιχνίδια που παίζονται
χωρίς να έχεις τίποτε στα χέρια σου. Ο περιορισμός και η τιμωρία βλάπτουν την
έμπνευση, είναι γνωστό.
Περνά ο καιρός και τα παιδάκια ξεχνούν την αρχική κατάσταση της
αίθουσας του παιδικού σταθμού, όταν όλα έπαιζαν ελεύθερα παντού και μεταξύ τους.
Όσα είναι στη μέση της αίθουσας χάνουν την επαφή με τα υπόλοιπα. Το ίδιο και
όσα είναι στα αριστερά και στα δεξιά. Στην αρχή έχουμε βέβαια δράματα, διότι
κάποια παιδιά είχαν φιλίες κι έρωτες και άλλα συναισθήματα αλλά η κατανομή τους
τα απομάκρυνε και στην αρχή πονάνε γι’
αυτό αλλά αργά αργά τους περνά η θλίψη και βρίσκουν νέους φίλους. Η δύναμη του
ανθρώπινου γένους είναι τεράστια στο να προσαρμόζεται σε νέες συνθήκες και η
συνήθεια είναι και το πιο εύκολο πράγμα στον κόσμο.
(φωτ. του Amir Schiby) |
Αργότερα τα παιδάκια που απέχουν μεταξύ τους αρκετά χάνουν
εντελώς την επαφή και γίνονται ξένα, αρχίζουν μάλιστα να βλέπουν με καχυποψία
το ένα το άλλο. Τυγχάνει στη μοιρασιά των παιχνιδιών κάποια παιδιά να πήραν
περισσότερα και κάποια καθόλου. Το ίδιο και στο φαγητό και τα γλυκά. Τα πιο
τυχερά αρχίζουν να ανησυχούν ότι τα λιγότερο τυχερά ίσως διεκδικήσουν κάτι από
τα δικά τους.
Κάποιος τους λέει κάθε ημέρα ότι κάποτε οι παππούδες ή οι
γονείς των άλλων παιδιών κάτι κακό έκαναν στους δικούς τους παππούδες και τους γονείς
και τούτο είναι λόγος να τους κρατούν κακία ή σημαίνει ότι και τούτα τα παιδιά
κάποια στιγμή μπορεί να τους κάνουν τα ίδια και πρέπει να φυλάσσονται και να
προσέχουν για να μην συμβεί.
Και ο φόβος είναι ένα συναίσθημα που δεν το ξεπερνάς εύκολα,
ειδικά αν είσαι ένα παιδάκι σε παιδικό σταθμό.
Κάποια στιγμή οι περιορισμοί μεταξύ διαφόρων χώρων της αίθουσας
μπορεί να χαλαρώνουν ή να γίνονται και πιο αυστηροί ανάλογα με το τι αποφασίζουν
οι μεγάλοι. Ακόμη κι έτσι μπορεί να δει κανείς σε τούτο τον Παιδικό Σταθμό ότι
πλέον η κατάσταση έχει παγιωθεί και το παρελθόν που όλοι μαζί έπαιζαν και
μοιράζονταν τα πάντα, από το παγωτό μέχρι τα συναισθήματα, φαντάζει μακρινό.
Κι έρχονται και κάποιες πολύ δύσκολες μέρες, όπου κάποια
απεγνωσμένα παιδάκια, κυρίως από το κεντρικό κάτω μέρος της αίθουσας και το
δεξιό του κέντρου χώρου αποφασίζουν να παραβούν τις Κόκκινες Γραμμές αλλά για
τούτα τα παιδιά το ρίσκο ήταν μεγάλο και τίθενται εντελώς εκτός του Παιδικού
Σταθμού. Δεν τα ξαναβλέπει κανείς ποτέ.
Κι ας ήθελαν μόνο λίγο καλύτερο φαγητό και κανένα παγωτό ή εν
πάση περιπτώσει να παίξουν κι αυτά.
Κι ενώ φαίνεται πολύ δύσκολη η κατάσταση στον Παιδικό Σταθμό,
όλα τα παιδάκια, ακόμη κι αυτά που τα συμφέρουν οι κόκκινες γραμμές (και τέτοια
παιδάκια υπάρχουν φυσικά και στους λιγότερο ευνοημένους χώρους, τα οποία κατ’
εξαίρεση επιτρέπεται να πηγαίνουν όπου θέλουν), καταλαβαίνουν ότι κάτι δεν πάει
καλά στον Παιδικό Σταθμό, ότι υπάρχει κάτι που εκτός από κουταμάρα είναι και άδικο.
Και κάποια μέρα, σε ολόκληρη την αίθουσα, όλο και
περισσότερα παιδάκια ζητούν να σβηστούν οι Κόκκινες Γραμμές, το απαιτούν και
πείθουν κι άλλα και παρότι στην αρχή φαντάζει δύσκολο, στην πορεία φαίνεται πόσο
εύκολο είναι να συμβεί, να φύγουν οι Γραμμές και αρχικά φεύγουν σε κάποια
σημεία κι εκεί πολύ σύντομα τα παιδάκια ενώνονται ευχερώς και πάλι και παίζουν
όλα μαζί και αγαπιούνται και μοιράζονται όλα τα παιχνίδια και τα γλυκά και τα
άλλα παιδάκια τα βλέπουν και τους αρέσει και θέλουν κι αυτά και τούτη η χαρά
διασπείρεται σταδιακά σε ολόκληρη την αίθουσα του Παιδικού Σταθμού και στο
τέλος όλοι γίνονται και πάλι ένα ατέλειωτο κουβάρι, το ανάποδο δηλαδή, διότι
τώρα η κατάσταση φαντάζει ξεκάθαρη ενώ πριν φαινόταν μπερδεμένη.
Και σβήνουν οι Κόκκινες Γραμμές και τα παιδάκια παίζουν
ελεύθερα και καμιά φορά αναρωτιούνται ποιος προκάλεσε όλη την προγενέστερη
ανοησία και μάλιστα κάποια παιδάκια βρίσκουν παλιούς φίλους και παλιές αγάπες που
είχαν πολύ καιρό να δουν και οι φωνές των παιδιών είναι ξανά ζωντανές και
χαρούμενες και το παιχνίδι αναζωπυρώνεται για τα καλά σε τούτο τον Παιδικό
Σταθμό, που δεν υπάρχουν πια Κόκκινες Γραμμές.