Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Ας συμβεί. Το καινούργιο. [Αλίκη Κατσαρού]


Περπατώ ξημέρωμα στον κόλπο της Γαρίτσας, εκεί που προβάλλει ο ήλιος κι αρώματα μεθυστικά μαζί του. Στέκομαι και καλοσκέφτομαι πάνω σε μια αρχαία πέτρα, που οι Βενετοί πήραν για τα τείχη τους.  Κοιτώ την Ανατολή, κοιτώ την Ελλάδα.
Τη γη από όπου ήρθαν οι Ευβοείς και οι Κορίνθιοι, πάνε 25 αιώνες. Τη γη όπου βρίσκονται τα μάρμαρα που διάλεξαν οι θεοί για σπίτι τους, που κατοικούσαν οι σοφοί, οι καλλιτέχνες, οι επιστήμονες, οι τραγικοί και οι κωμικοί ποιητές. Τη γη με το δικό της ήλιο, όχι τον απλό ήλιο. Κοιτώ μακριά και ταξιδεύω στους χρόνους. Τους Αλεξανδρινούς. Φτάνω πολύ μακριά καβάλα στο Βουκεφάλα και λατρεύω τον καβαλάρη του που ήξερε να διαβάζει τους λαούς, να τους σπουδάζει και να τους μοιάζει αντί να τους υποτάσσει. Ο Πύρρος δεν τα κατάφερε το ίδιο. Κανείς άλλωστε δεν μπορεί να γίνει ίδιος με τον Αλέξανδρο το Μακεδόνα. Οι πιο πολλοί έκαιγαν, όπως οι Ρωμαίοι. Μετά, από τις φωτιές, γεννήθηκε το μεγάλο Βυζάντιο, όπως το λέμε σήμερα, όπου πολύτιμα πετράδια, συνωμοσίες και τελετές ξεγέλασαν τους αιώνες αλλά και κράτησαν τη γλώσσα που μιλάμε κι εμείς ζωντανή.
Ως το Βυζάντιο, ο τόπος μου, η Κέρκυρα, ήταν ένα γράμμα της ιστορίας της ανατολικής. Λίγο πριν λεηλατήσουν οι Οθωμανοί τη μεγάλη Αυτοκρατορία,  έστρεψε το βλέμμα δυτικά. Από ένστικτο λες; Από φόβο; Τα βυζαντινά κάστρα έγιναν ανδηγαυικά και ύστερα βενετικά. Η Βενετία –δημοκρατία την έλεγαν, άλλο που δεν ήταν - ήρθε κι έβαψε επιμελώς και μαζί αυθορμήτως με χρώματα δικά της την Κέρκυρα μου. Δεν ξεβάφουν πια τα χρώματα αυτά, αιώνιοι μάρτυρες της ιστορίας. Άνοιξαν τότε οι δρόμοι για τη δύση. Άλλα αρώματα, αναγέννησης έλουσαν το νησί. Ο Διαφωτισμός, το φώτισε κι εκείνος για να στείλει πολύ σύντομα η Γαλλική Επανάσταση, εδώ τους στρατιώτες του Ναπολέοντα. Λίγο Ρώσοι, πολύ Άγγλοι, κι εμείς πάντα εδώ, με υπάκουα τα πανιά μας στους ανέμους που κάθε λίγο άλλαζαν.
Κι ύστερα πάλι υπάκουοι, ενάμισι αιώνα τώρα, αμέτοχοι, μοιραίοι, μοιρολάτρες πιασμένοι απ’ το χέρι της νέας Ελλάδας -καλή, κακή, ό, τι κι αν είναι, είναι η μάνα μας. Μαζί της πορευόμαστε. Μα διαλέξαμε από τα παιδιά της να είμαστε το πιο νωθρό, το πιο τεμπέλικο, το πιο δειλό.
Όπως ρουφούσαμε τα αρώματα της Ανατολής, όπως κουρνιάζαμε στην προστασία της Δύσης, αιώνες πολλούς, έτσι κάνουμε τώρα. Αδιαμαρτύρητα ακολουθούμε τη μαμά μας, ακόμη κι όταν εκείνη μας παραμελεί. Ανήλικοι πολίτες, ανώριμα παιδιά, ούτε ένα πεισματάκι, μια φωνή για να τραβήξουμε την προσοχή της. Μόνο παράπονο. Βουβό συνήθως. Καμαρώνουμε στις ευκαιρίες τους υπουργούς και πρωθυπουργούς που γεννάμε, μα τι περιμένεις, να γεννάς αιωνίως τέτοιους για να αποκτήσεις ένα δικαστικό μέγαρο, ένα νοσοκομείο, ένα οτιδήποτε;
Σαν αυτό το νησί, μαζί με την υπογραφή της Ένωσης με την Ελλάδα, να απονευρώθηκε. Σαν να μην έχει ανάγκες, θελήσεις, δυνάμεις.
Λες φταίει η υγρασία, λες οι μεγάλες πλατείες, λες τα παραμύθια του αρχοντολογιού, λες ο αέρας που αναπνέμε.
Σαν από πάντα να ζητούσαμε ξένο αέρα να αναπνεύσουμε. Δανεικό. Είτε αρχαιοελληνικό, ρωμαϊκό, βυζαντινό, βενετικό, μα ποτέ το δικό μας αέρα, στο δικό μας χώρο, να ανασαίνουμε ελευθερία. Όχι εθνική και άλλα τέτοια ανιστόρητα. Ελευθερία κινήσεων, διεκδίκησης, δημιουργίας. Αυτό: δημιουργίας.
Στην κούνια του Ιονίου, της Μεσογείου και της Αδριατικής, βαθιά κοιμάται το μωρό 150 χρόνια. Μικροξυπνήματα που το ξεβόλεψαν, ίσως και να το μπέρδεψαν. Τώρα που η μαμά είναι άρρωστη, μάλλον έφτασε η ώρα ο μικρός-μεγάλος τόπος μας να αναλάβει δυνάμεις, να ξυπνήσει από το χουζούρι του, να ζωντανέψει τα κύτταρα εκείνα που υπάρχουν και χρόνια παλεύουν επί ματαίω να γεννήσουν νέα ζωή. Ίσως ήρθε ο καιρός να κάνει τα πρώτα του βήματα στη νέα εποχή.
Είναι σίγουρο, οι αρρώστιες της μαμάς πατρίδας θα τελειώσουν, πνέουν το κύκνειο άσμα τους. Ας μη σταθούμε αμέτοχοι παρατηρητές της ανάρρωσης. Ας αποδειχτούμε πρωτοπόροι, θεραπευτές. Άλλωστε, φωνάξαμε μαζί με όλο το Ιόνιο, πόσο το θέλουμε, τις μέρες των γενεθλίων των 150 χρόνων της Ένωσης. Ας μη μείνει μόνο φωνή που θα χαθεί στους αέρηδες της θάλασσας. Ας συμβεί. Το καινούργιο.

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

2023, Ιούλιος, Κέρκυρα.

Έχουμε τη μεγάλη τύχη να διατηρούμε ένα συμπαθητικό σπίτι στην Κέρκυρα, και έναν μεγάλο έρωτα για την ίδια την Κέρκυρα αλλά και για καθετί ωραίο. Όπως η ίδια η Κέρκυρα.  Πέντε καλοκαίρια δεν κατορθώσαμε να πάμε, για λόγους σημαντικούς και ασήμαντους. Φέτος ήταν υπόσχεση. Εγώ λόγω καταγωγής, έχω περάσει στην Κέρκυρα  περισσότερα από τα μισά καλοκαίρια της ζωής μου. Έχω τόσες αναμνήσεις, όσες δεν έχω για κανένα άλλο μέρος ή συμβάν. Θυμάμαι το αυτοκίνητο του παππού και της γιαγιάς που μας πήγαινε στις δημοφιλείς  παραλίες της εποχής, τον Ίψο, το Πέραμα, τον Άη Γιάννη. Μας πήγαινε και στα ξενοδοχεία, όπου ήταν όλοι φιλόξενοι και περιποιητικοί, περισσότερο με μάς που ήμασταν ντόπιοι, παρά με τους ξένους. Θυμάμαι τα θεόρατα κλαμπ σάντουιτς στο Mira Mare, το κοτόπουλο στο καλαθάκι στο K erkyra Golf και την ταβέρνα στο Πυργί όπου με τσίμπησε μια μέλισσα. Από την πόλη θυμάμαι τα αστραφτερά πεζοδρόμια και τους άδειους δρόμους τα απομεσήμερα, τα ψητά καλαμπόκια, τις άμαξες και τα τρίκλυκλα, ακό

Ο Ηγεμόνας και η Μαίρη

Βάζω απέναντί μου το πρόσωπό της. Είναι μεσήλικη, παντρεμένη, έχει δυο παιδιά, ένα σπίτι, δύο αυτοκίνητα, δυο πιστωτικές, καμία αποταμίευση, γενικώς μικρομεσαία. Στα τέλη του μήνα ζορίζονται αλλά τελικά τα καταφέρνουν με τον σύζυγο, δημόσια υπάλληλος αυτή, στέλεχος επιχείρησης εκείνος.   Έχω βρεθεί μαζί της σε κοινές συναναστροφές δυο τρεις φορές και βρίσκομαι κάθε μέρα στο Facebook . Η Μαίρη είναι η πιο μεγάλη επιτυχία του Ηγεμόνα, όπου ηγεμόνας είναι αυτός που φαντάζεστε. Τον θαυμάζει, τον γεμίζει καρδούλες, ευχές, συγχαρητήρια και συμβουλές.  Και δεν είναι μόνον η Μαίρη, είναι ο  άντρας της Μαίρης, οι φίλοι της Μαίρης, πολλές ακόμα Μαίρες που τον υποστηρίζουν φανατικά, και τον θεωρούν ό, τι καλύτερο μας έχει συμβεί τα τελευταία χρόνια. Τον θεωρούν έναν προοδευτικό, σύγχρονο, ανοιχτόμυαλο Ευρωπαίο με σοβαρότητα, εντιμότητα και τόλμη. Έναν πατριώτη που κουράζεται για το καλό της χώρας, που επιτελεί μεταρρυθμίσεις και έργο, που τελικά είναι, αν όχι μεσσίας, σωτήρας. Η Μαίρη ε

Σώπα ανόητε! [Αλίκη Κατσαρού]

Όσοι έχουμε περάσει από τα ελληνικά πανεπιστήμια, ξέρουμε πάρα πολύ καλά ότι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι σαν τον Τσιόδρα, δεν είναι κανόνας. Όλοι θυμόμαστε αρκετούς που το κύριο τους ενδιαφέρον εξαντλούταν στις χρηματοδοτήσεις των ευρωπαϊκών προγραμμάτων, των οποίων τη λάντζα έκαναν πάντα οι φοιτητές.  Θυμόμαστε άλλους που ναρκισσίζονταν από το ύψος της πανεπιστημιακής έδρας με νεαρές φοιτήτριες και άλλους που εντελώς αδιάφοροι, μετά από μικρή ή μεγάλη πορεία στα γράμματα και τις επιστήμες, εξασφάλιζαν τα οικονομικο-κοινωνικά προνόμια του ακαδημαϊκού και περνούσαν από τα αμφιθέατρα όπως οι τουρίστες από την πλατεία Συντάγματος. Επίσης, όσες νέες και ωραίες έχουμε περάσει από μικρά και μεγάλα ελληνικά νοσοκομεία συνοδεύοντας ηλικιωμένους γονείς ή μικρά παιδιά, σίγουρα θυμόμαστε αρκετούς από τους άρρενες ιατρούς να απλώνουν την σεξιστική τους νοοτροπία στο χώρο, θεωρώντας μας αυτονόητα θύματα της λευκής τους μπλούζας.  Το αίσθημα ανωτερότητας πολλών γιατρών δεν εξαντλείται απαραίτη