Είμαι πολύ κακή στα μαθηματικά. Το πρόβλημα ξεκίνησε στο γυμνάσιο
με την άλγεβρα. Συνεχίζεται για πάντα. Οι υπολογισμοί με αγχώνουν, σε βαθμό
παράλυσης. Αδυνατώ να φέρω εις πέρας απλούς υπολογισμούς και χρησιμοποιώ
σημειώσεις τετάρτης δημοτικού για να ξεκαθαρίσω τις υποχρεώσεις μου.
Πριν το γυμνάσιο ωστόσο, ήμουν άριστη στα μαθηματικά.
Και μάλιστα στην αφαίρεση.
Σήμερα τη λατρεύω. Διαπιστώνω πως η αφαίρεση υπάρχει στη ζωή μου,
ως ζωτική διαδικασία. Δεν υπάρχει απλά. Συντηρεί το είναι μου.
Γυρνώντας πίσω παρατηρώ πως ολοένα αφαιρώ, κι όσο αφαιρώ τόσο
κερδίζω.
Κοιτώ τις φωτογραφίες των δεκαοχτώ. Πόσο μακιγιάζ έχει το πρόσωπο
μου, πόσο φορτωμένη είναι η εμφάνιση μου σε ένδυση, υπόδηση και κόμμωση,
αντιστρόφως ανάλογη με την ηλικία μου. Όσο πιο καινούργιες οι φωτογραφίες μου,
τόσο πιο λιτή η εμφάνιση μου. Άριστο το ελάχιστο, θα έλεγα σήμερα. Καμία σχέση
η προσέγγιση του λιτού με τη νεόπτωχη πραγματικότητα. Αντιθέτως, όσο μεγαλώνω,
τόσο προτιμώ τα πιο ποιοτικά και ίσως πιο ακριβά είδη. Όχι όμως τα πιο πολλά. Τα
λίγα. Και καλά.
Άριστα επίσης νιώθω με την αφαίρεση της περιττής κοινωνικής
ζωής. Το εστιατόριο, το μπαρ, το θέατρο,
οι εκδηλώσεις, ο Τύπος, ακόμη και τα βιβλία, όλα τα έχω περιορίσει. Ας με κοιτά
ο Έκο ειρωνικά από το ράφι της βιβλιοθήκης μου, που ακόμη δεν τον έχω αγγίξει.
Εγώ ξέρω πως έχω πάψει από καιρό να διαβάζω μπούρδες και κάνω λίγα αλλά σταθερά
βήματα για να φτάσω τη στιγμή που θα ανοίξω τις σελίδες του. Επιλέγω βιβλία λίγα
και καλά αρνούμενη οριστικά όσα σκοπός τους ήταν μάλλον η συγκέντρωση σκόνης
παρά το ξεσκόνισμα των θαμπών μου ματιών.
Ακόμη πιο ουσιαστική αφαίρεση από εκείνη που συμβαίνει στις
κοινωνικές και αναγνωστικές μου επιλογές, κάνω -άθελα μου, τ’ ορκίζομαι- στα
λόγια. Δεν υπήρχε πιο πολυλογάδικο παιδί από μένα. Ούτε έφηβη. Ούτε νεαρή
ενήλικη. Μακάρι να μπορούσα να ζητήσω συγνώμη σε μερικούς ανθρώπους, κυρίως
μεγαλύτερους και με κατανόηση, για την σχεδόν λιποθυμική κούραση που τους έχω
κατά καιρούς προκαλέσει με την ακούραστη γλώσσα μου.
Λιγόστεψαν τα λόγια μου και συνεχώς λιγοστεύουν. Έχω πια συνείδηση
ότι όταν κάποιος μιλά πολύ, είναι σαφές πως σκέφτεται λίγο. Επίσης, λέει πολλές
βλακείες και το κυριότερο, όταν ανακαλύψει κανείς εκείνους με τους οποίους
θέλει να μιλά, συχνά δε χρειάζεται να πει τίποτα.
Το κρεσέντο όμως της αφαίρεσης το βιώνω με χαμόγελο σχεδόν σε
αγκύλωση, από τη μέρα που, εκτός από συνήθειες και λόγια, αποφάσισα να αφαιρέσω
από τη ζωή μου ανθρώπους.
Άνθρωποι που μιλούν πολύ, μιλούν παντού, αδιάκριτοι και περίεργοι,
άνθρωποι που ψεύδονται ή υποκρίνονται, μου περισσεύουν. Άνθρωποι χωρίς
παλιόφιλους. Άνθρωποι φιλοχρήματοι, εξουσιολάγνοι ή και τα δύο. Χαμαιλέοντες. Ρουφιάνοι.
Άνθρωποι με στήθος αδύναμο να το
προτάξουν για να με υπερασπιστούν. Άνθρωποι που δε θυσιάζουν τίποτα δικό τους
για μένα. Ο κατάλογος είναι μακρύς και ενίοτε ένας μόνο άνθρωπος τον
συγκεντρώνει ολόκληρο.
Χαμογελώ κάθε που αναλογίζομαι τη νεοαποκτηθείσα ικανότητα μου να αφαιρώ
από τη ζωή μου με χαρακτηριστική ευκολία τέτοιου είδους κόσμο. Χωρίς
συγκρούσεις, χωρίς δηλώσεις. Με έναν πρωτόγνωρο μαγικό αυτοματισμό.
Λέω πως είναι τα χρόνια, που τους αφαιρούν, κι όχι εγώ, όπως
αφαιρούν το μακιγιάζ κι αποκαλύπτουν αλήθειες. Τόσο απολαμβάνω αυτό που μου
συμβαίνει, που ίσως και να ανυπομονώ να πάθω πρεσβυωπία, ώστε όταν με
πλησιάζουν να μην τους βλέπω καν. Αυτό κι αν είναι ικανότητα, να μην τους
βλέπεις!
Η αφαίρεση των ανθρώπων, που περισσεύουν από τη ζωή μας, έχει το
μεγαλύτερο κέρδος από οποιαδήποτε άλλη αφαίρεση. Είναι σαν πρόσθεση. Προσθέτει
θετική ενέργεια, χρόνο γλιτώνοντας ανούσιες διαδρομές, χώρο για καλό κόσμο, και
μεγάλες δόσεις καθαρού αέρα στα στενά περάσματα του μυαλού.
Για την αφαίρεση λοιπόν, λέω είναι μεγάλη, πολύ μεγάλη λέξη, κι ας μην
αγαπώ τα μαθηματικά.
Αγαπώ την αφαίρεση.