Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αν δεν απαντήσει... [Αλίκη Κατσαρού]


Το πρώτο κλάμα αντήχησε στο μαιευτήριο, σαν τη μελωδία της ευτυχίας ολόκληρη. Ξεχύθηκε στους δρόμους, ανέβηκε τα βουνά, πέρασε τις θάλασσες, έκανε τον κόσμο δικό μου. Ένα κλάμα, ο κόσμος όλος.
Ο κόσμος στα χέρια μου.
Εγώ, μια άλλη.
«Άλλος δεν εγέννησε παρά η Μαρία το Γιάννη», άκουσα μια φωνούλα συγγενική.
Παράκουσα. Γιατί έγινα μια άλλη. Μια που δεν τη νοιάζει αν ο κόσμος συνεχίζει να γυρνά, ο δικός μου στροβιλίζεται σε ρυθμούς ‘βγαίν’ η βαρκούλα του ψαρά’, αν άνθρωποι εκτελούνται, αν η Αφρική σφάζεται σε εμφυλίους, αν η λωρίδα της γάζας ματώνει, αν ακόμα στον απέναντι κάδο κάποιος ψάχνει φαγητό. Ίσως να με ένοιαξαν λίγο τα καρτέλ της κοκαϊνης στην Ν. Αμερική, επειδή το παιδί μου κάποτε θα γίνει έφηβος, αλλά ούτ’ αυτό, γιατί το δικό μου παιδί, αποκλείεται.
Είμαι μάνα και μαζί είμαι η βασίλισσα της πολύτιμης ελληνικής μου οικογένειας.
Η απόσταση από το θηλασμό ως στις βρώμικες κάλτσες στο σαλόνι είναι όσο να πεις ‘μαμά’. Μαζεύω κάλτσες, διακοσμώ το δωμάτιο του, μαθαίνω ιστορία από την αρχή, διοργανώνω πάρτι, ψωνίζω φιρμάτα ρούχα για εκείνο, σερβίρω γεύμα στον καναπέ, μαζεύω τα πιάτα του, σβήνω τα λάθη στα τετράδια του, ανακρίνω τους φίλους του, το πάω σε χιόνια το χειμώνα, σε νησί το καλοκαίρι, δεν το αφήνω να κλάψει για τίποτα και το καμαρώνω σαν καλλιτέχνημα παγκόσμιας αξίας.
Γυαλίζω τη γυάλα του κάθε μέρα. Ευρύχωρη, πεντακάθαρη, ντιζάιν. Σιγά μην το αφήσω να αγγίξει τη βρωμιά του κόσμου.

Συνήθως κατοικοεδρεύω κι εγώ στη γυάλα. Συνήθως μιλώ σε πρώτο πληθυντικό. Εμείς διαβάσαμε, εμείς αρρωστήσαμε, εμείς πήγαμε αγγλικά.
Έσπασε το πόδι του και το βοηθάω στο ντους, ας έφτασε τα δεκαπέντε. Δάσος οι τρίχες, αλλά εγώ το γέννησα, τι πειράζει; Τσακώθηκε με κάποιο φίλο του και πήγα και καθάρισα, του είπα ‘μην ξαναμιλήσεις στο παιδί μου’. Άλλη φορά έβρισα κάνα δυο μανάδες και τρεις καθηγητές.
Θα καθαρίζω πάντα για πάρτη του.
Και την οικονομική κρίση καθάρισα. Βρίσκω τρόπο για το φιλέτο, για το βιολογικό γιαούρτι, για όλα. Παπούτσι δυο χρόνια δεν έχω πάρει, εκείνο έχει την τελευταία μόδα.
Του είχα μάθει να αποφεύγει τους Αλβανούς, τους ξένους γενικά, τα φτωχόπαιδα και τα αλητόπαιδα. Πάντα ρωτούσε το επάγγελμα των γονιών, τσέκαρε τα ρούχα και μετά έπιανε φιλίες.
Με έκανε περήφανη. Και τον πατέρα του το ίδιο. Καλοί βαθμοί, ήθος. Και ομορφιά. Να λέμε τα σύκα, σύκα και τη σκάφη, σκάφη.

…………………………………………………………………………………………..

Τριάντα έφτασε. Κουκλί. Χαρά στον άνθρωπο που θα μοιραστεί τη ζωή του με το παιδί μου. Ντάξει, δε δουλεύει ακόμα. Μαζί μας μένει. Τι να μαγειρεύει τώρα, να πλένει το παιδάκι μου. Εγώ καθαρίζω προς το παρόν. Θα βρει κάτι. Έχει ο θεός.

…………………………………………………………………………………………..

Το παιδί μου, μου είπε «σε μισώ».

Το παιδί μου το άκουσα να ψιθυρίζει «μαλακισμένη».

Το παιδί μου κάτι μου κρύβει.

Το παιδί μου το παρακολούθησα.

Το ανακάλυψα.

Πάει σε ψυχολόγο. Πάει σε κάποιον που το έχει στρέψει εναντίον μας, το έχει πιάσει κότσο και του τρώει τα λεφτά για να διαλύσει την οικογένεια μας. Το παιδί μου έχει τρελαθεί. Θα κάνω μήνυση στον κομπογιαννίτη. Θα πάρω το παιδί μου πίσω.

…………………………………………………………………………………………..

Το παιδί μου έφυγε.

Μας έστειλε μέηλ. Έγραψε πως είναι ευτυχισμένο.

Δεν ξέρω αν θα φτάσουν 3 κουτιά λεξοτανίλ. Θα προσπαθήσω όμως. Θα βάλω ένα CD με κλάμα  μαιευτηρίου και θα τα καταπιώ. Αν δε γυρίσει, θα τα καταπιώ. Του το έγραψα. Δεν απάντησε. Αν δεν απαντήσει ως αύριο, θα τα καταπιώ. Γιατί δεν είμαι. Απλώς δεν είμαι, με ευτυχισμένο το παιδί μου, μακριά μου.



Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ο Ηγεμόνας και η Μαίρη

Βάζω απέναντί μου το πρόσωπό της. Είναι μεσήλικη, παντρεμένη, έχει δυο παιδιά, ένα σπίτι, δύο αυτοκίνητα, δυο πιστωτικές, καμία αποταμίευση, γενικώς μικρομεσαία. Στα τέλη του μήνα ζορίζονται αλλά τελικά τα καταφέρνουν με τον σύζυγο, δημόσια υπάλληλος αυτή, στέλεχος επιχείρησης εκείνος.   Έχω βρεθεί μαζί της σε κοινές συναναστροφές δυο τρεις φορές και βρίσκομαι κάθε μέρα στο Facebook . Η Μαίρη είναι η πιο μεγάλη επιτυχία του Ηγεμόνα, όπου ηγεμόνας είναι αυτός που φαντάζεστε. Τον θαυμάζει, τον γεμίζει καρδούλες, ευχές, συγχαρητήρια και συμβουλές.  Και δεν είναι μόνον η Μαίρη, είναι ο  άντρας της Μαίρης, οι φίλοι της Μαίρης, πολλές ακόμα Μαίρες που τον υποστηρίζουν φανατικά, και τον θεωρούν ό, τι καλύτερο μας έχει συμβεί τα τελευταία χρόνια. Τον θεωρούν έναν προοδευτικό, σύγχρονο, ανοιχτόμυαλο Ευρωπαίο με σοβαρότητα, εντιμότητα και τόλμη. Έναν πατριώτη που κουράζεται για το καλό της χώρας, που επιτελεί μεταρρυθμίσεις και έργο, που τελικά είναι, αν όχι μεσσίας, σωτήρα...

Σώπα ανόητε! [Αλίκη Κατσαρού]

Όσοι έχουμε περάσει από τα ελληνικά πανεπιστήμια, ξέρουμε πάρα πολύ καλά ότι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι σαν τον Τσιόδρα, δεν είναι κανόνας. Όλοι θυμόμαστε αρκετούς που το κύριο τους ενδιαφέρον εξαντλούταν στις χρηματοδοτήσεις των ευρωπαϊκών προγραμμάτων, των οποίων τη λάντζα έκαναν πάντα οι φοιτητές.  Θυμόμαστε άλλους που ναρκισσίζονταν από το ύψος της πανεπιστημιακής έδρας με νεαρές φοιτήτριες και άλλους που εντελώς αδιάφοροι, μετά από μικρή ή μεγάλη πορεία στα γράμματα και τις επιστήμες, εξασφάλιζαν τα οικονομικο-κοινωνικά προνόμια του ακαδημαϊκού και περνούσαν από τα αμφιθέατρα όπως οι τουρίστες από την πλατεία Συντάγματος. Επίσης, όσες νέες και ωραίες έχουμε περάσει από μικρά και μεγάλα ελληνικά νοσοκομεία συνοδεύοντας ηλικιωμένους γονείς ή μικρά παιδιά, σίγουρα θυμόμαστε αρκετούς από τους άρρενες ιατρούς να απλώνουν την σεξιστική τους νοοτροπία στο χώρο, θεωρώντας μας αυτονόητα θύματα της λευκής τους μπλούζας.  Το αίσθημα ανωτερότητας πολλών γιατρών δεν εξαντλείται...

Σήμερα , 17 Νοεμβρίου 2024. [ Αλίκη Κατσαρού ]

  Είχα μια απελπιστικά δύσκολη μέρα. Από αυτές που θες να σβήσεις από τη μνήμη σου, όμως δεν είναι χάρτινες σελίδες στο ημερολόγιο  να τις σκίσεις ή να τις κάψεις για πιο καλά αποτελέσματα. Αντίθετα είναι από εκείνες που έρχονται και σε τυραννούν σαν φαντάσματα ενοχλητικά κάθε λίγο που λένε με πείσμα «μη με ξεχάσεις». Όλο και περισσότερο πιστεύω ότι τις απελπισίες τις δημιουργούμε μόνοι μας. Εννοώ ότι αν δεν συμβαίνει κάτι αντικειμενικά θλιβερό, όλα τα άλλα είναι προσωπική απόφαση «είμαι καλά / δεν είμαι καλά», εσύ αποφασίζεις. Δεν είναι. Θα ήταν. Σε έναν κανονικό κόσμο, σε μια φυσιολογική, ισορροπημένη πραγματικότητα. Εκεί δηλαδή που ζεις σαν κανονικός άνθρωπος, εργάζεσαι, παράγεις, προσφέρεις, απολαμβάνεις, μοιράζεσαι, χαίρεσαι. Στον σημερινό όμως κόσμο, η αίσθηση του «είμαι καλά» ταυτίζεται απόλυτα με το έχω όλα τα καλά . Ποια καλά; Τα ατέλειωτα, αυτά που δεν σταματάς να χρειάζεσαι, αυτά που θέλεις κι άλλα, κι άλλα και ποτέ δε φτάνουν   και τελικά γίνε...