Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Το σώμα (Αλίκη Κατσαρού)



Όχι της Ελ Μακφέρσον. Το κάθε σώμα. Με στραβά ή καλλίγραμμα πόδια, με περισσευούμενη ή πλάκα κοιλιά, με ζουμερά ή χαλαρωμένα στήθη, με φαρδιές ή καχεκτικές πλάτες. Το κάθε καλοσχηματισμένο ή μη σώμα, είναι το κέλυφος της ψυχής, που μιλά αδιάκοπα και συμπάσχει μαζί της.
Πάντα ζήλευα τα σώματα των χορευτριών του κλασσικού μπαλέτου. Με μάγευε η εικόνα ώσπου μια ταινία, ο Μαύρος Κύκνος, μου γέννησε καχυποψία. Είναι αυτό που θαυμάζω πάνω στις πουέντ  η τελειότητα και η ισορροπία; Ή είναι η σκληρή εκδίκηση του σώματος προς την ταγμένη ψυχή, που δεν ικανοποιεί τις γήινες ανάγκες της, παρά καταπονείται μαζί με  τεντωμένους μύες και  φλεγμαίνουσες αρθρώσεις, στοχεύοντας σε μη ανθρώπινους στόχους;
Επίσης ζήλευα τα σώματα των εξωφύλλων. Μπαίνοντας λίγο πιο βαθιά στο τι συμβαίνει στον κόσμο της υγείας αναρωτήθηκα πώς οι δυτικοί πληθυσμοί που αποθεώνουν τα σώματα των εξωφύλλων, κάνοντας άντρες και γυναίκες να ξεροσταλιάζουν στη θέα της σάρκινης τελειότητας, γίνεται να καταναλώνουν αντικαταθλιπτικά στο 10% τους;
Μήπως το σμιλεμένο από το γυμναστήριο σώμα είναι ένα σώμα ψυχής που υποφέρει και εκκρίνει καθημερινά ενδορφίνες για τη γιατρειά της; Και το ζηλευτό, αδύνατο σώμα, μήπως κι εκείνο είναι το σώμα μιας ψυχής που ζει με τη νεύρωση της πείνας για την ικανοποίηση της εικόνας;
Κι από την άλλη, μήπως το υπέρβαρο σώμα  καταπίνει κάθε μέρα άχρηστα παρασκευάσματα για να χαϊδέψει την αδύναμη ψυχή του;
Και το αλκοόλ και η νικοτίνη μήπως παρηγορούν καθημερινά θλίψεις και σκέψεις που δεν αντικρίζονται ξενέρωτα;
Κι ύστερα ήρθαν τα spa. Ξεσπά δηλαδή στη νεύρωση της καθημερινότητας, αγορασμένη χαλάρωση από σώματα που έχουν χάσει τη φύση τους.

Σιωπή, ένα pause, ένας ειλικρινής διάλογος με το θεό, τον όποιο θεό έχει καθένας μέσα του, για μια αξονική της ψυχής, παρακαλώ.
Άκου με. Πονάει ο αυχένας. Ψυχή μου, ακούς;
Άκου με. Σφίγγουν οι κρόταφοι. Ψυχή μου, ακούς;
Νυστάζω συνέχεια.
Ζαλίζομαι.
Έχω αϋπνίες.
Τρέμουν τα χέρια μου.
Πονάει το στομάχι.
Πονάει το κεφάλι.
Πρήζονται οι αρθρώσεις.
Έχω ταχυπαλμία.
Ψυχή μου, ακούς, ακούς, ακούς;

Μίλησε το σώμα. Μιλά αδιάκοπα το σώμα.



Κάθε μέρα λέει τα παράπονα ή τη χαρά του στον κάτοχο.

Το σώμα ζητά ό, τι και η ψυχή. Καθαρό αέρα να διαπεράσει τα πνευμόνια δίνοντας ζωή. Γέλιο να γαργαλήσει το λαιμό και να πονέσει τους κοιλιακούς σκορπίζοντας ευφορία. Φίλους να χαϊδέψουν το χέρι και να αγαλλιάσει η ψυχή. Αγκαλιά να ζεσταθεί και το τελευταίο κύτταρο της ύπαρξης. Έρωτα να αποθεώνεται το σώμα και η ψυχή σε χορό θεϊκό και άπιαστο. Αλήθεια για το τι συνέβη, τι συμβαίνει και τι επιθυμεί η ψυχή να συμβεί. Ελευθερία να βουτά στη θάλασσα και να περπατά στα δάση για να αφουγκράζεται με την ψυχή, τη βαθύτερη έννοια της ύπαρξης.

Τα διαμερίσματα μας είναι design. Το ίδιο και τα αμάξια μας. Βάζουμε τα σώματα μας μέσα και ψευδαισθανόμαστε ικανοποίηση και ευτυχία. Μα πιο design από όλα είναι το σώμα μας, με λειτουργίες ευφυέστερες από κάθε άλλο δημιούργημα. Κι αν το τραγούδι λέει χώματα σώματα, κακό δεν είναι, αντίθετα μας ειδοποιεί πως δε θα ζήσουμε για πάντα. Ας ζήσουμε τουλάχιστον φυσιολογικά. Και έξυπνα.


 *Φωτογραφία του Klaus Kampert

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

2023, Ιούλιος, Κέρκυρα.

Έχουμε τη μεγάλη τύχη να διατηρούμε ένα συμπαθητικό σπίτι στην Κέρκυρα, και έναν μεγάλο έρωτα για την ίδια την Κέρκυρα αλλά και για καθετί ωραίο. Όπως η ίδια η Κέρκυρα.  Πέντε καλοκαίρια δεν κατορθώσαμε να πάμε, για λόγους σημαντικούς και ασήμαντους. Φέτος ήταν υπόσχεση. Εγώ λόγω καταγωγής, έχω περάσει στην Κέρκυρα  περισσότερα από τα μισά καλοκαίρια της ζωής μου. Έχω τόσες αναμνήσεις, όσες δεν έχω για κανένα άλλο μέρος ή συμβάν. Θυμάμαι το αυτοκίνητο του παππού και της γιαγιάς που μας πήγαινε στις δημοφιλείς  παραλίες της εποχής, τον Ίψο, το Πέραμα, τον Άη Γιάννη. Μας πήγαινε και στα ξενοδοχεία, όπου ήταν όλοι φιλόξενοι και περιποιητικοί, περισσότερο με μάς που ήμασταν ντόπιοι, παρά με τους ξένους. Θυμάμαι τα θεόρατα κλαμπ σάντουιτς στο Mira Mare, το κοτόπουλο στο καλαθάκι στο K erkyra Golf και την ταβέρνα στο Πυργί όπου με τσίμπησε μια μέλισσα. Από την πόλη θυμάμαι τα αστραφτερά πεζοδρόμια και τους άδειους δρόμους τα απομεσήμερα, τα ψητά καλαμπόκια, τις άμαξες και τα τρίκλυκλα, ακό

Ο Ηγεμόνας και η Μαίρη

Βάζω απέναντί μου το πρόσωπό της. Είναι μεσήλικη, παντρεμένη, έχει δυο παιδιά, ένα σπίτι, δύο αυτοκίνητα, δυο πιστωτικές, καμία αποταμίευση, γενικώς μικρομεσαία. Στα τέλη του μήνα ζορίζονται αλλά τελικά τα καταφέρνουν με τον σύζυγο, δημόσια υπάλληλος αυτή, στέλεχος επιχείρησης εκείνος.   Έχω βρεθεί μαζί της σε κοινές συναναστροφές δυο τρεις φορές και βρίσκομαι κάθε μέρα στο Facebook . Η Μαίρη είναι η πιο μεγάλη επιτυχία του Ηγεμόνα, όπου ηγεμόνας είναι αυτός που φαντάζεστε. Τον θαυμάζει, τον γεμίζει καρδούλες, ευχές, συγχαρητήρια και συμβουλές.  Και δεν είναι μόνον η Μαίρη, είναι ο  άντρας της Μαίρης, οι φίλοι της Μαίρης, πολλές ακόμα Μαίρες που τον υποστηρίζουν φανατικά, και τον θεωρούν ό, τι καλύτερο μας έχει συμβεί τα τελευταία χρόνια. Τον θεωρούν έναν προοδευτικό, σύγχρονο, ανοιχτόμυαλο Ευρωπαίο με σοβαρότητα, εντιμότητα και τόλμη. Έναν πατριώτη που κουράζεται για το καλό της χώρας, που επιτελεί μεταρρυθμίσεις και έργο, που τελικά είναι, αν όχι μεσσίας, σωτήρας. Η Μαίρη ε

Σώπα ανόητε! [Αλίκη Κατσαρού]

Όσοι έχουμε περάσει από τα ελληνικά πανεπιστήμια, ξέρουμε πάρα πολύ καλά ότι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι σαν τον Τσιόδρα, δεν είναι κανόνας. Όλοι θυμόμαστε αρκετούς που το κύριο τους ενδιαφέρον εξαντλούταν στις χρηματοδοτήσεις των ευρωπαϊκών προγραμμάτων, των οποίων τη λάντζα έκαναν πάντα οι φοιτητές.  Θυμόμαστε άλλους που ναρκισσίζονταν από το ύψος της πανεπιστημιακής έδρας με νεαρές φοιτήτριες και άλλους που εντελώς αδιάφοροι, μετά από μικρή ή μεγάλη πορεία στα γράμματα και τις επιστήμες, εξασφάλιζαν τα οικονομικο-κοινωνικά προνόμια του ακαδημαϊκού και περνούσαν από τα αμφιθέατρα όπως οι τουρίστες από την πλατεία Συντάγματος. Επίσης, όσες νέες και ωραίες έχουμε περάσει από μικρά και μεγάλα ελληνικά νοσοκομεία συνοδεύοντας ηλικιωμένους γονείς ή μικρά παιδιά, σίγουρα θυμόμαστε αρκετούς από τους άρρενες ιατρούς να απλώνουν την σεξιστική τους νοοτροπία στο χώρο, θεωρώντας μας αυτονόητα θύματα της λευκής τους μπλούζας.  Το αίσθημα ανωτερότητας πολλών γιατρών δεν εξαντλείται απαραίτη