Η ψυχή του πάρτι, δε θέλει άλλα πάρτι. Θέλει αλήθειες.
Όχι πως καταχώνιασα για πάντα τα στιλέτο μου με τη σατέν
κορδέλα στον αστράγαλο, αντιθέτως, λίαν προσφάτως τα τίμησα όπως τους αξίζουν.
Μα να, χωρίς να λέω πως είναι η βιολογική ηλικία, φαντάζομαι πως είναι η
εγκεφαλική ηλικία που βαριέται αφόρητα τα πάρτι.
Δε θα κρύψω πως πέρασα μια ολόκληρη δεκαετία της ζωής μου
ζώντας για τα πάρτι. Από τα 17 ως τα 27 ήθελα να διασκεδάζω πολύ συχνά, έτσι
έπαιρνε νόημα η ζωή μου. Θυμάμαι τη μάνα μου να μου βάζει θερμόμετρο, σε περίπτωση
που κάποιο βράδυ έμενα στο σπίτι. Υγιές θα μου πείτε. Το πρόβλημα είναι να σου
συμβεί στα πενήντα. Επίσης δε θα κρύψω πως όχι απλά πήγαινα σε πάρτι, αλλά γινόμουν
πολύ συχνά η ψυχή του πάρτι, ή τουλάχιστον της παρέας μου. Αυτό οφείλεται
μάλλον στην εξαιρετική σχέση που έχω με το αλκόολ. Σχέση κοινωνικής λατρείας.
Συναντιόμαστε μονάχα έξω και αγαπιόμαστε παράφορα. Μετά ξεχνιόμαστε ως την
επόμενη κοινωνική ευκαιρία.
Τώρα, το δήλωσα πιο πάνω, βαριέμαι αφόρητα τα πάρτι. Και θα
εξηγηθώ πάραυτα:
Βαριέμαι να χαιρετώ πολλούς ανθρώπους μαζί σε μικρό χρονικό
διάστημα. Νομίζω πως σπαταλιέται η ενέργεια μου, και βεβαίως η δική τους, χωρίς
να αναπληρώνεται με νέα.
Βαριέμαι να απαντάω σε ερωτήσεις κλισέ, όπως τι ηλικία έχουν
τα παιδιά μου, πού εργάζομαι, πού εργάζεται ο αδελφός μου κλπ. Προτιμώ να μιλάω
για φιλοσοφία, μόδα και έρωτα. Ναι, και για τα τρία. Α, και για τον έφηβο γιο
μου με άλλες συνένοχες μαμάδες εφήβων, που φοβόμαστε τα ναρκωτικά, αλλά μάλλον θα
τα ξεκινήσουμε ώσπου να περάσει η εφηβεία των παιδιών μας.
Βαριέμαι να σκέφτομαι τι θα φορέσω, και να μη βίσκω, εγώ, η
ταχύτερη των ταχυτέρων στις ενδυματολογικές επιλογές, πριν το πάρτι, τα χάνω. Τα
χάνω γιατί ξέρω πως στα πάρτι όλα
κρίνονται από την εικόνα. Δε θα ρωτήσει κανείς τη γνώμη μου για την ομοφοβία ή
το τελευταίο βιβλίο του Όστερ. Θα κριθώ όμως από την εμφάνιση μου, κυρίως.
Οπότε το στρες μετατίθεται στην ντουλάπα μου, που πριν το πάρτι μοιάζει
πληγείσα από χειροβομβίδα.
Βαριέμαι επίσης τα ψεύτικα κομπλιμέντα. Συνήθως όταν σου κάνουν
οι γυναίκες κομπλιμέντα, το μισό είναι «γμτ γιατί να μην έχω τα πόδια σου».
Όταν σου κάνουν οι άντρες είναι «πόσο ωραία θα ήταν να σε είχα στο κρεβάτι μου
απόψε». Όταν σου κάνει ένα ζευγάρι είναι μια μισοσκηνή ζηλοτυπίας δικής τους
στο σπίτι, που δε σε νοιάζει, αλλά σε αγχώνει ως ιδέα. Τα θέλω η αλήθεια είναι
τα κομπλιμέντα, αλλά μόνο από όσους τα εννοούν.
Βαριέμαι την ψεύτικη χαρά. Όλοι κάνουν πως περνούν υπέροχα.
Ακόμη κι εκείνοι που μονομαχούν με τις τράπεζες, ακόμη κι εκείνοι που πάσχουν
από μείζονα κατάθλιψη, ακόμη κι εκείνοι που έχουν έναν απαίσιο γάμο, όλοι στα
πάρτι συμπεριφέρονται σαν να κέρδισαν μόλις το λαχείο.
Βαριέμαι να μιλάω χωρίς να λέω τίποτα με ανθρώπους που δε μας
συνδέει τίποτα εκτός απ’ το ότι προτιμάμε τη βότκα με τόνικ και στυμένο λεμόνι.
Βαριέμαι να μην μπορώ να πω τη γνώμη μου. Η κοινωνική
ευπρέπεια και η απόσταση που επιβάλλεται από ένα γεγονός όπως το πάρτι, δεν
επιτρέπει να μιλήσεις με χαρακτηρισμούς για την ηλίθια τάδε. Οπότε όταν ακούς
κάποιους να την εκθειάζουν, άλλους να τη σχολιάζουν εσύ απλά καταπίνεις τη
γνώμη σου σαν τουρσί αμάσητο.
Όλα αυτά τα βαριέμαι όσο βαριόμουν τη γεωγραφία στο γυμνάσιο
κι ακόμη πιο πολύ.
Πέταξα μια πέτρα, πάνε λίγα χρόνια που έσπασα τη βιτρίνα.
Γρατζουνιές; Πολλές. Πιο πολλά τραύματα. Ουλές. Με τα τραύματα σηκώθηκα όμως όρθια και πιο θαρραλέα από ποτέ,
απέναντι στην αλήθεια.
Έτσι κάθομαι σε έναν
καναπέ με φίλους. Έτσι περπατώ αγκαζέ με
την αγαπημένη μου φίλη. Έτσι ονειρεύομαι ξαπλωμένη σε μια αγκαλιά. Μα δεν
ξοδεύω πια λεπτό σε χρόνους που δε γράφουν στο κοντέρ μου διανύσματα.
Στο κενό δεν ξαναχαρίζω δευτερόλεπτο. Διαχώρισα μέσα μου και
δια παντός τις έννοιες «κοινωνικός» και «κοσμικός» για να μην βαριέμαι πια,
παρά μονάχα να χαμογελώ στην αλήθεια και στους ανθρώπους που ζουν αληθινά. Για
να είναι αληθινά τα πάντα...