Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Δημήτρη; [Αλίκη Κατσαρού]

Με ένα σκύλο απ’ το λουρί, ένα παιδί με το ποδήλατο του, ένα άλλο παιδί στο μάθημα να περιμένει να το σχολάσω, τρεις λογαριασμούς (ΔΕΗ, τηλέφωνο και νερό) στην τσάντα για εξόφληση αύριο και επιπλέον μια λίστα για το super market, τον είδα.
Ακουμπισμένος στο κιγκλίδωμα των ειδυλλιακών Μουράγιων, κοιτούσε τη θάλασσα και μιλούσε στο κινητό. Δεν τον κατάλαβα, μονάχα την ώρα που έφευγε, του φώναξα Δημήτρη!
Ο συμφοιτητής μου. Χρόνια εδώ και χρόνια εκεί, επανέρχεται πάντα στην αγαπημένη του πόλη για δουλειά. Με ένα παιδί εκείνος και βαρύ χαρτοφυλάκιο νομικού, μοιάζει να τα καταφέρνει καλά.
Μας έκανε παρέα να σχολάσουμε το άλλο μου παιδί και περπατήσαμε την πόλη σαν τότε.
Τότε…
Τι ήταν το τότε, είκοσι χρόνια πάνε από το μαγικό τότε…
Μέσα στα καντούνια του Καμπιέλου, τον κράτησα από την πλάτη και χωρίς πρόλογο, του λέω Ξεγνοιασιά, αυτό μου λείπει Δημήτρη, τίποτα άλλο.
Σ’ ένα πολύ γρήγορο πέρασμα, έτσι σαν σε μια παράγραφο με χρωματιστά γράμματα, είπαμε την περίληψη της τετραετίας.
Ό, τι κι αν συνέβαινε στο σπίτι, ό, τι κι αν συνέβαινε στη χώρα (παρεμπιπτόντως ο Δημήτρης θυμήθηκε τα Ίμια), ό, τι κι αν είχε μέσα το πορτοφόλι, εμείς τα αντιμετωπίζαμε με τη μέθοδο της γλυκιάς αναβολής, ότι  ας βγούμε σήμερα να τα πιούμε, δεν πειράζει θα τα σκεφτούμε αύριο. Ας αράξουμε στον Κοχλία το απομεσήμερο, ας μαζευτούμε για επιτραπέζιο το βράδυ, ας κουτσομπολέψουμε όλους τους έρωτες του Πανεπιστημίου, ας μαρτυρήσουμε τις πιπεράτες λεπτομέρειες που μάθαμε για τη ζωή του τάδε καθηγητή, τα προβλήματα, αν υπήρχαν, θα λύνονταν αύριο. Το αύριο, μπορεί και να διαρκούσε μήνες, μα σε χάιδευε γλυκά αυτό το άστο γι’ αύριο. Σε ανακούφιζε σαν ελαφρύ υπνωτικό.
Στην εξεταστική μονάχα κάπως μαζευόμασταν, κι αυτό ήταν κάτι σαν τιμωρία, λες και την τετραετία, μας την είχε χαρίσει κάποιος και τον ξεπληρώναμε με εξεταστικές.
Η πόλη είναι όμοια και χειρότερη. Η χώρα τα ίδια. Το Πανεπιστήμιο επίσης.
Μονάχα που εμείς δεν είμαστε ίδιοι, σαν τότε.
Τώρα, τόσα μας πονάνε. Τι κάναμε για μας και τι δεν κάναμε. Τι ακόμα να κάνουμε. Είμαστε στα μισά, αν καμιά ατυχία δε μας βρει νωρίτερα.
Μα τι κάναμε και για την πόλη και για τη χώρα και για το Πανεπιστήμιο. Τι κάναμε για το σύνολο την εικοσαετία που μας χωρίζει από την υπέροχη ελαφράδα της ξεγνοιασιάς;
Πόση ευθύνη μας αναλογεί;
Πόση τρέλα τελικά αναλογεί στη σκέψη της πόσης ευθύνης…

Δημήτρη, σήμερα που σε είδα, χάρηκα. Αλλά και σήμερα που σε είδα, πόνεσα, γιατί η διαδρομή που μου θύμισες, λέει πως η ευθύνη των παιδιών από το χέρι, των λογαριασμών στην τσάντα, και του super market, δεν είναι η μόνη που έχουμε…



Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ο Ηγεμόνας και η Μαίρη

Βάζω απέναντί μου το πρόσωπό της. Είναι μεσήλικη, παντρεμένη, έχει δυο παιδιά, ένα σπίτι, δύο αυτοκίνητα, δυο πιστωτικές, καμία αποταμίευση, γενικώς μικρομεσαία. Στα τέλη του μήνα ζορίζονται αλλά τελικά τα καταφέρνουν με τον σύζυγο, δημόσια υπάλληλος αυτή, στέλεχος επιχείρησης εκείνος.   Έχω βρεθεί μαζί της σε κοινές συναναστροφές δυο τρεις φορές και βρίσκομαι κάθε μέρα στο Facebook . Η Μαίρη είναι η πιο μεγάλη επιτυχία του Ηγεμόνα, όπου ηγεμόνας είναι αυτός που φαντάζεστε. Τον θαυμάζει, τον γεμίζει καρδούλες, ευχές, συγχαρητήρια και συμβουλές.  Και δεν είναι μόνον η Μαίρη, είναι ο  άντρας της Μαίρης, οι φίλοι της Μαίρης, πολλές ακόμα Μαίρες που τον υποστηρίζουν φανατικά, και τον θεωρούν ό, τι καλύτερο μας έχει συμβεί τα τελευταία χρόνια. Τον θεωρούν έναν προοδευτικό, σύγχρονο, ανοιχτόμυαλο Ευρωπαίο με σοβαρότητα, εντιμότητα και τόλμη. Έναν πατριώτη που κουράζεται για το καλό της χώρας, που επιτελεί μεταρρυθμίσεις και έργο, που τελικά είναι, αν όχι μεσσίας, σωτήρας. Η Μαίρη ε

Σώπα ανόητε! [Αλίκη Κατσαρού]

Όσοι έχουμε περάσει από τα ελληνικά πανεπιστήμια, ξέρουμε πάρα πολύ καλά ότι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι σαν τον Τσιόδρα, δεν είναι κανόνας. Όλοι θυμόμαστε αρκετούς που το κύριο τους ενδιαφέρον εξαντλούταν στις χρηματοδοτήσεις των ευρωπαϊκών προγραμμάτων, των οποίων τη λάντζα έκαναν πάντα οι φοιτητές.  Θυμόμαστε άλλους που ναρκισσίζονταν από το ύψος της πανεπιστημιακής έδρας με νεαρές φοιτήτριες και άλλους που εντελώς αδιάφοροι, μετά από μικρή ή μεγάλη πορεία στα γράμματα και τις επιστήμες, εξασφάλιζαν τα οικονομικο-κοινωνικά προνόμια του ακαδημαϊκού και περνούσαν από τα αμφιθέατρα όπως οι τουρίστες από την πλατεία Συντάγματος. Επίσης, όσες νέες και ωραίες έχουμε περάσει από μικρά και μεγάλα ελληνικά νοσοκομεία συνοδεύοντας ηλικιωμένους γονείς ή μικρά παιδιά, σίγουρα θυμόμαστε αρκετούς από τους άρρενες ιατρούς να απλώνουν την σεξιστική τους νοοτροπία στο χώρο, θεωρώντας μας αυτονόητα θύματα της λευκής τους μπλούζας.  Το αίσθημα ανωτερότητας πολλών γιατρών δεν εξαντλείται απαραίτη

Σήμερα , 17 Νοεμβρίου 2024. [ Αλίκη Κατσαρού ]

  Είχα μια απελπιστικά δύσκολη μέρα. Από αυτές που θες να σβήσεις από τη μνήμη σου, όμως δεν είναι χάρτινες σελίδες στο ημερολόγιο  να τις σκίσεις ή να τις κάψεις για πιο καλά αποτελέσματα. Αντίθετα είναι από εκείνες που έρχονται και σε τυραννούν σαν φαντάσματα ενοχλητικά κάθε λίγο που λένε με πείσμα «μη με ξεχάσεις». Όλο και περισσότερο πιστεύω ότι τις απελπισίες τις δημιουργούμε μόνοι μας. Εννοώ ότι αν δεν συμβαίνει κάτι αντικειμενικά θλιβερό, όλα τα άλλα είναι προσωπική απόφαση «είμαι καλά / δεν είμαι καλά», εσύ αποφασίζεις. Δεν είναι. Θα ήταν. Σε έναν κανονικό κόσμο, σε μια φυσιολογική, ισορροπημένη πραγματικότητα. Εκεί δηλαδή που ζεις σαν κανονικός άνθρωπος, εργάζεσαι, παράγεις, προσφέρεις, απολαμβάνεις, μοιράζεσαι, χαίρεσαι. Στον σημερινό όμως κόσμο, η αίσθηση του «είμαι καλά» ταυτίζεται απόλυτα με το έχω όλα τα καλά . Ποια καλά; Τα ατέλειωτα, αυτά που δεν σταματάς να χρειάζεσαι, αυτά που θέλεις κι άλλα, κι άλλα και ποτέ δε φτάνουν   και τελικά γίνεσαι ένας μαραθωνοδρ