Για τη Δήμητρα, και για την Τέχνη [Αλίκη Κατσαρού]

Θεατές που δεν έρχονται στην ώρα τους, που θορυβούν. Θεατές με εισιτήριο χωρίς κάθισμα. Τουαλέτες που προσβάλλουν. Παγωμένο φουαγιέ. Παιδιά που φωνασκούν και κανείς δεν τα ησυχάζει. Α-πολιτισμός στο μέγιστο.

Και μετά…
Μετά, ο Γκάτσος με τη φωνή της, στο πεντάγραμμο του Χατζιδάκι.
Και στου Τσιτσάνη.
Και στου Λοΐζου.                  
Δήμητρα Γαλάνη.

Και μετά η φωνή της άλλης στο πεντάγραμμο του Μικρούτσικου.
Και στα ρωσικά.
Και στου Κύπριου μουσικού που ήρθε μαζί της.
Μαργαρίτα Ζορμπαλά.

Και μετά Η φωνή, του δικού μας σπουδαίου  Παντελή Κοντού με δεύτερη τη Γαλάνη. Αυτό κι αν είναι, να κάνεις δεύτερη, καλύτερη κι απ’ την πρώτη σου.

Συν τη Φιλαρμονική Γαστουρίου, συν τις χορωδίες, συν όσους θεράπευσαν χθες βράδυ την Τέχνη και μαλάκωσαν το θυμό για την τοπική μας μιζέρια.

Αποφεύγω εκ πεποιθήσεως ‘άρτον και θεάματα’, στην μικρή μας πόλη. Δεν είναι σνομπισμός. Είναι προστασία του νευρικού μου συστήματος, από όσα συμβαίνουν συνήθως στις εκδηλώσεις που διοργανώνονται στο νησί. Χθες βράδυ όμως, ήμουν εκεί φρουρός, για τη συντρόφισσα της ζωής μου, για την μουσικό, την καλλιτέχνιδα, το ιερό μου τοτέμ, που δεν την άφησα και δε με άφησε ποτέ, κοντά τρεις δεκαετίες. Για τη Γαλάνη.


Και στο χάδι της φωνής της, άλλη μια φορά συμφώνησα με τον εαυτό μου, πως ο μόνος δρόμος είναι η Τέχνη. Σε όποια της μορφή.

Η Τέχνη είναι σωτηρία, είναι εξύψωση, είναι δρόμος.

Ακολουθώντας στο ταξίδι τους  μεγάλους καλλιτέχνες, οι μικρόκοσμοι μικραίνουν κι άλλο. Συρρικνώνονται. Κάποια στιγμή παύουν να υπάρχουν.

Μένει μπροστά μονάχα η μεγάλη εικόνα.

Κι εκεί, οι ψηφίδες είναι άριστα συντονισμένες μεταξύ τους. Γνωρίζουν οι ψηφίδες πώς να κρατούν το έργο συμπαγές για να μεταλαμβάνουμε εμείς, οι διψασμένοι, παλιό καλό κρασί.
Θυμήθηκα έναν αγαπημένο μου άνθρωπο, που είχε στο σαλόνι του μια κορνίζα με φωτογραφία της Μαρίας Κάλλας.

Έτσι υπάρχουν στη ζωή μας, οι υπηρέτες της Τέχνης, δικοί μας άνθρωποι, στη ζωή μας, στο σπίτι μας φωτογραφία, σαν αγαπημένοι συγγενείς και φίλοι. Γιατί είναι οι ποιητές των έργων που θα μείνουν για πάντα εδώ, ακόμα κι όταν εκείνοι, οι άλλοι, εμείς θα έχουμε φύγει.

Και μαζί με εκείνους, υπάρχουν παντοτινά και όσοι ακούν με τα ίδια αυτιά, βλέπουν με τα ίδια τα μάτια, διαβάζουν με το ίδιο μυαλό και που μεταξύ μας καταλαβαινόμαστε, περπατώντας στους φωτεινούς δρόμους που η ασχήμια των καιρών δεν καταφέρνει να σκοτεινιάσει.