Όταν τα σύννεφα γελούν [Σταματέλλα Πουλή*]


 Κρασοκατάσταση. Κρασοκατάνοιξη. Κρασοβιώματα… Σαν τα τελευταία είχα πολλά στη ζωή μου μέχρι τώρα, όχι απαραίτητα ως πότης, μα περισσότερο θα έλεγα ως απλός παρατηρητής. Κι αυτό γιατί στο σπίτι μας αλλά και στον περίγυρο μας γενικότερα το να πίνεις κρασί ισοδυναμεί με ανάγκες τόσο ζωτικής σημασίας όσο το να αναπνέεις οξυγόνο. Σε αυτό συντελεί βεβαίως  τα μέγιστα το γεγονός ότι τόσο στην οικογένεια μου , όσο και σε κάθε σπίτι του χωριού φτιάχνουμε το ΔΙΚΟ ΜΑΣ κρασί. Θυμάμαι λοιπόν κρύα χειμωνιάτικα βράδια , όπου κάποιος φίλος ερχόταν στο σπίτι μας «για να πιούμε ένα κρασί». Η φράση «να πιούμε ένα κρασί » ήταν πάντα σχήμα λόγου. Αυτό που παραλειπόταν ανάμεσα στο «ένα» και το «κρασί» ήταν λέξεις όπως «βαρέλι», «ποτάμι» «βυτίο» και πάει λέγοντας .
 Η μάζωξη ωστόσο  που θυμάμαι περισσότερο από τις άλλες ήταν μια βραδιά όπου βάσει του ιερού πρωτοκόλλου του κρασιού η παρέα έπρεπε να αρχίσει το τραγούδι και τότε κόκκινες μύτες , μάγουλα που έβγαζαν φωτιά και αυτιά που έτρεχαν λάβα τραγουδούσαν χαρές , καημούς και έρωτες και πλημμύριζε η μικρή κουζίνα μας ζωή.  Εκείνο το βράδυ  όμως το τραγούδι δεν έρεε σαν το κρασί γιατί φαίνεται πως «στων αγγέλων τα μπουζούκια» όλοι είχαν ξεπεράσει προ πολλού το πεπερασμένο όριο κρασοποσίας και όχι μόνο δεν θυμόντουσαν στίχους τραγουδιού , αλλά ούτε το όνομα τους. Το επίμαχο τραγούδι ήταν το «Ξημερώνει» του Μάνου Χατζιδάκι ή όπως ίσως το γνωρίζουν οι περισσότεροι «Το Σύννεφο Έφερε Βροχή».

Ο πρωτοτραγουδιστής της παρέας ξεκινούσε λέγοντας «Οοοοο σύυυυυγνεφος έφερε …» δεν έβγαινε…ξανά . «Οοοοο σύγνεεεεφος έφερε βροχή….» ακολουθούσαν και οι  υπόλοιποι, μάταια όμως, πάλι δεν έβγαινε… Κανένας βεβαίως δεν προέβαινε σε διορθωτική κίνηση για δύο βασικούς λόγους . Πρώτον, διότι τις κρασοκαταστάσεις δεν τις διορθώνεις , απαγορεύεται δια ροπάλου. Αφήνεις τα πάντα να κυλούν σαν το κρασάκι. Δεύτερον και θαρρώ σημαντικότερο του πρώτου, κανένας δεν είχε τη διαύγεια να πράξει προς τη σωστή κατεύθυνση. Δεν θυμάμαι πώς τελείωσε εκείνη η ανορθόδοξη βραδιά γιατί κατά πάσα πιθανότητα κουράστηκα και σαν παιδί πήγα για ύπνο. Δεν ανακαλώ μνήμες να με έβαλε η μάνα  μου για ύπνο γιατί φαντάζομαι πάσχιζε κι εκείνη να χωρέσει «έναν σύγνεφο» μέσα σε «ένα σύννεφο».
 Πέρασαν λοιπόν τα χρόνια και η παρέα ανέβασε λίγη πίεση , έχει λίγο ζάχαρο , έχει σκοτούρες που της έκοψαν τη σύνταξη , όμως εγώ όταν φέρνω στο μυαλό μου «Το σύννεφο έφερε βροχή», πάντα χαμογελώ και ζεσταίνεται η ψυχή μου ολάκερη τόσο πολύ που θαρρείς και κοκκινίζουν και τα δικά μου μάγουλα , κι ας μην έχω πιει ούτε σταγόνα κρασί. Χαμογελώ κι όταν κοιτώ τα σύννεφα στον ουρανό και ψάχνω να βρω τον «σύγνεφο» που τόσο τους ταλαιπώρησε εκείνο το βράδυ. Και τότε αφήνομαι στα παιχνίδια του μυαλού μου και ανοίγω κι εγώ «πανιά στ’ όνειρο και στη λησμονιά» και άμα αφουγκραστώ ακούω και γέλια και τραγούδια όπως τότε που γέμιζε η κουζίνα μας ζωή κι ας μην υπήρχανε λεφτά σε κανενός την τσέπη , γιατί «τι έχει ο φτωχός να φοβηθεί , σπίτι , ουρανός , όπου σταθεί». Και τότε τα σύννεφα γελούν.
Περίεργα τα παιχνίδια του μυαλού , μα της ζωής τα παίγνια και το μυαλό σαστίζουν!

*Η Σταματέλλα Πουλή είναι απόφοιτος του Τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Παντείου Πανεπιστημίου και φίλη του Spiral.