Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Η αυλή [Αλίκη Κατσαρού]

Δεν υπάρχει χειρότερο μέρος για τον άνθρωπο από την αυλή.
Όχι τον κήπο καλέ.
Την αυλή.
Σαν του Λουδοβίκου, ας πούμε, του 14ου.
Σαν του Ανδρέα Παπανδρέου.
Σαν του Ντόναλντ Τραμπ!!
Σαν του  φτωχού που γίνηκε πλούσιος.
Σαν του επαρχιώτη που έγινε νομάρχης.
Η περίφραξη της αυλής είναι φτιαγμένη είτε από χαρτονομίσματα είτε από αξιώματα. Λίγα ή πολλά λεφτά δεν έχει σημασία, μικρά ή μεγάλα αξιώματα πάλι δεν έχει σημασία. Το σίγουρο είναι πως η ανιδιοτέλεια απουσιάζει. Κι αν η προσποίηση ότι στην αυλή κατοικεί μια μεγάλη αγάπη ανακουφίζει τους συμβαλλόμενους, ωστόσο ποτέ δε θα είναι αρκετή για να καλύπτει ικανά τη δυστυχία τους.

Η αυλή κατοικείται κυρίως από άρρενες, σαφώς επειδή ως σήμερα στην ανθρώπινη ιστορία, οι άνδρες κατέχουν χρήμα και εξουσία. Όχι πως αμφιβάλλουμε πως η κυρία Λαγκάρντ ή η κυρία Κλίντον έχουν κι εκείνες αυλή, η οποία και πάλι όμως σίγουρα ανδροκρατείται.
Τα στερεοτυπικά γνωρίσματα της αυλής είναι εν πολλοίς γνωστά. Ο μεγάλος τηλεφωνεί και σε χρόνο μηδέν έχουν συγκεντρωθεί γύρω του οι, σε σχήμα (Γ) από τις επικύψεις, οι αυλικοί. Ο μεγάλος ακουμπά πλάτη, οι υπόλοιποι είναι ανήσυχοι και έτοιμοι να τιναχθούν. Ο μεγάλος μιλά, οι υπόλοιποι κουνούν καταφατικά το κεφάλι με μεγάλη συχνότητα. Ο μεγάλος κουνά τον ποπό του στην καρέκλα, οι υπόλοιποι σηκώνονται κλαρίνο νομίζοντας πως θα σηκωνόταν. Ξανακάθονται σαν να μην τρέχει τίποτα. Ο μεγάλος παραγγέλλει το λογαριασμό, οι υπόλοιποι σφυρίζουν αδιάφορα. Θα ανταποδώσουν με μια σπιτική μαγειρική της γυναικούλας τους, την οποία ο μεγάλος, όταν δοκιμάσει θα εξυμνεί για καιρό, γεγονός που αποτελεί παρασημοφόρηση στα θεόστενα όρια της αυλής. Ο μεγάλος περπατά, αλλά ποτέ στην άκρη, γιατί οι υπόλοιποι βρίσκονται δεξιά, αριστερά και πίσω του, φρουροί.  Ο μεγάλος έχει κακοκεφιές, οι υπόλοιποι ζωγραφίζουν στα πρόσωπά τους τη μελαγχολία, συνήθως χωρίς ταλέντο στη ζωγραφική. Ο μεγάλος αποκηρύσσει ένα πρόσωπο ως επαίσχυντο, οι υπόλοιποι το συκοφαντούν σαν να ήταν δολοφόνος. Ο μεγάλος εξυμνεί ένα πρόσωπο, οι υπόλοιποι το φθονούν ενδόμυχα αλλά το επαινούν κι εκείνοι συμφωνώντας φανατικά. Το σύστημα αναγνωρίζεται από μακριά, έχει τη δική του γλώσσα: του σώματος.
Οι συζητήσεις της αυλής, συνήθως κεντρικό θέμα και ομιλητή  έχουν τον μεγάλο, ο οποίος εξιστορεί τη ζωή του  ξετυλίγοντας τις γνώσεις του στη γαστρονομία και τον οίνο και μυεί τους υπόλοιπους στις σημαντικές απολαύσεις που εκείνος γνωρίζει καλά και αλλοίμονο αν κανείς άλλος τολμά να έχει γευτεί στην κατώτερη ζωή του κάτι παρόμοιο, ο κατώτερος, γιατί μόνο ως αναγνωρισμένα κατώτερος υπάρχει στο σύστημα.
Έχει χυθεί πολύ μελάνι για τις αυλές, ακόμα και στην επίσημη παγκόσμια ιστορία. Η αυλή όμως συνεχίζει να υπάρχει  θα υπάρχει για πάντα, για όσο δηλαδή η ανθρώπινη ύπαρξη θα φοβάται να ξεφύγει από τη δυστυχία της επίπλαστης ασφάλειας. Με κύριο γνώρισμα το βαθύ συντηρητισμό, τον ψευτο-ηθικό κώδικα, που πνίγει την ελευθερία της έκφρασης, την επιθυμία, την άποψη, τη διαφορετικότητα, την αλήθεια καθενός στα στενά όρια της φυλακής του οφέλους, η αυλή ποτέ δεν πεθαίνει. Ο δυστυχής μεγάλος θα υπάρχει πάντα ως σπουδαίος ανάμεσα στους δυστυχείς οσφυοκάμπτες του, χωρίς να διανοείται πώς θα τον αντιμετώπιζαν αν έχανε τη δύναμή του. Και αν το διανοείται κάποτε, το απωθεί πάραυτα.  Οι δε υπόλοιποι, σε ένα προσποιητό σύννεφο αγάπης για τον μεγάλο, κρυφοκοιτώντας άλλες ζωές ίσως κάτι να μυρίζονται από το άρωμα της ζωής, ίσως στα κρυφά και να κλέβουν λίγο, να αντιλαμβάνονται ότι είναι κάπως δυστυχισμένοι, σίγουρα όμως, σιγουρότατα δεν φαντάζονται πως η δυστυχία του μεγάλου ξεπερνά κατά πολύ τη δική τους.




Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

2023, Ιούλιος, Κέρκυρα.

Έχουμε τη μεγάλη τύχη να διατηρούμε ένα συμπαθητικό σπίτι στην Κέρκυρα, και έναν μεγάλο έρωτα για την ίδια την Κέρκυρα αλλά και για καθετί ωραίο. Όπως η ίδια η Κέρκυρα.  Πέντε καλοκαίρια δεν κατορθώσαμε να πάμε, για λόγους σημαντικούς και ασήμαντους. Φέτος ήταν υπόσχεση. Εγώ λόγω καταγωγής, έχω περάσει στην Κέρκυρα  περισσότερα από τα μισά καλοκαίρια της ζωής μου. Έχω τόσες αναμνήσεις, όσες δεν έχω για κανένα άλλο μέρος ή συμβάν. Θυμάμαι το αυτοκίνητο του παππού και της γιαγιάς που μας πήγαινε στις δημοφιλείς  παραλίες της εποχής, τον Ίψο, το Πέραμα, τον Άη Γιάννη. Μας πήγαινε και στα ξενοδοχεία, όπου ήταν όλοι φιλόξενοι και περιποιητικοί, περισσότερο με μάς που ήμασταν ντόπιοι, παρά με τους ξένους. Θυμάμαι τα θεόρατα κλαμπ σάντουιτς στο Mira Mare, το κοτόπουλο στο καλαθάκι στο K erkyra Golf και την ταβέρνα στο Πυργί όπου με τσίμπησε μια μέλισσα. Από την πόλη θυμάμαι τα αστραφτερά πεζοδρόμια και τους άδειους δρόμους τα απομεσήμερα, τα ψητά καλαμπόκια, τις άμαξες και τα τρίκλυκλα, ακό

Ο Ηγεμόνας και η Μαίρη

Βάζω απέναντί μου το πρόσωπό της. Είναι μεσήλικη, παντρεμένη, έχει δυο παιδιά, ένα σπίτι, δύο αυτοκίνητα, δυο πιστωτικές, καμία αποταμίευση, γενικώς μικρομεσαία. Στα τέλη του μήνα ζορίζονται αλλά τελικά τα καταφέρνουν με τον σύζυγο, δημόσια υπάλληλος αυτή, στέλεχος επιχείρησης εκείνος.   Έχω βρεθεί μαζί της σε κοινές συναναστροφές δυο τρεις φορές και βρίσκομαι κάθε μέρα στο Facebook . Η Μαίρη είναι η πιο μεγάλη επιτυχία του Ηγεμόνα, όπου ηγεμόνας είναι αυτός που φαντάζεστε. Τον θαυμάζει, τον γεμίζει καρδούλες, ευχές, συγχαρητήρια και συμβουλές.  Και δεν είναι μόνον η Μαίρη, είναι ο  άντρας της Μαίρης, οι φίλοι της Μαίρης, πολλές ακόμα Μαίρες που τον υποστηρίζουν φανατικά, και τον θεωρούν ό, τι καλύτερο μας έχει συμβεί τα τελευταία χρόνια. Τον θεωρούν έναν προοδευτικό, σύγχρονο, ανοιχτόμυαλο Ευρωπαίο με σοβαρότητα, εντιμότητα και τόλμη. Έναν πατριώτη που κουράζεται για το καλό της χώρας, που επιτελεί μεταρρυθμίσεις και έργο, που τελικά είναι, αν όχι μεσσίας, σωτήρας. Η Μαίρη ε

Σώπα ανόητε! [Αλίκη Κατσαρού]

Όσοι έχουμε περάσει από τα ελληνικά πανεπιστήμια, ξέρουμε πάρα πολύ καλά ότι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι σαν τον Τσιόδρα, δεν είναι κανόνας. Όλοι θυμόμαστε αρκετούς που το κύριο τους ενδιαφέρον εξαντλούταν στις χρηματοδοτήσεις των ευρωπαϊκών προγραμμάτων, των οποίων τη λάντζα έκαναν πάντα οι φοιτητές.  Θυμόμαστε άλλους που ναρκισσίζονταν από το ύψος της πανεπιστημιακής έδρας με νεαρές φοιτήτριες και άλλους που εντελώς αδιάφοροι, μετά από μικρή ή μεγάλη πορεία στα γράμματα και τις επιστήμες, εξασφάλιζαν τα οικονομικο-κοινωνικά προνόμια του ακαδημαϊκού και περνούσαν από τα αμφιθέατρα όπως οι τουρίστες από την πλατεία Συντάγματος. Επίσης, όσες νέες και ωραίες έχουμε περάσει από μικρά και μεγάλα ελληνικά νοσοκομεία συνοδεύοντας ηλικιωμένους γονείς ή μικρά παιδιά, σίγουρα θυμόμαστε αρκετούς από τους άρρενες ιατρούς να απλώνουν την σεξιστική τους νοοτροπία στο χώρο, θεωρώντας μας αυτονόητα θύματα της λευκής τους μπλούζας.  Το αίσθημα ανωτερότητας πολλών γιατρών δεν εξαντλείται απαραίτη