Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Φλεβάρης [Αφροδίτη Κουσουνή]

Ξημέρωνε η πρώτη μέρα του μήνα με τις καρδούλες. Τις φανταζόταν να έρχονται καταπάνω της, τσουνάμια ολόκληρα από καρδούλες σε όλα τα μεγέθη, κατακόκκινες και ζουμερές, αδηφάγες. Το ανθοπωλείο της γωνίας θα είχε πάλι την τιμητική του. Γλάστρες με κάθε είδους κορδελάκια με καρδούλες, καρδούλες κρεμασμένες από το ταβάνι, «Γιορτάστε τον έρωτα» με τεράστια κόκκινα γράμματα στη βιτρίνα και έναν τσουπωτό Έρωτα να στοχεύει με το βέλος του. Τι, ποιον και αν τον πέτυχε, ερωτήματα αναπάντητα. Κάθε χρόνο τα ίδια. Το ραδιόφωνο διαλαλούσε από το πρωί ως το βράδυ την ερωτική του μουσική πραμάτεια. «Φλεβάρης, ο μήνας του έρωτα», «Ερωτευτείτε άφοβα», «Δείξτε τον έρωτά σας», «Εδώ η καλή ερωτική μουσική», ούτε ο γύφτος με τα καρπούζια το καλοκαίρι δεν είχε τόση αυτοπεποίθηση. Μόνο «όλα τα σφάζω, όλα τα μαχαιρώνω» δεν άκουγες, πάλι καλά δηλαδή, μην έχουμε και δράματα! Ακόμη και το ψιλικατζίδικο δίπλα στην είσοδο της πολυκατοικίας είχε μπει στο παιχνίδι και είχε τιγκάρει τον πάγκο του με λούτρινους έρωτες, αρκουδάκια με καρδούλες, «I love you» και όλα τα συναφή. Τρελό σουξέ ο Άγιος Βαλεντίνος, ο ξενόφερτος, για τους δικούς μας Άγιους άντε κανένα συνοικιακό πανηγύρι, με πραματευτάδες να πουλάνε κάλτσες -10 ζευγάρια 5 ευρώ κυρία, πάρε, πρώτη ποιότητα!- και χαλβά Φαρσάλων. Δεν άντεχε τίποτα από όλα αυτά. Όχι γιατί ήταν καμία στριμμένη. Όχι, η Ευτυχία ή Έφη για τους φίλους, ήταν υπόδειγμα γλυκύτητας. Καλή, προσηνής, ευχάριστη στην παρέα (όποτε είχε, όχι και πολύ συχνά), μάνα από τις λίγες, της θυσίας και σύζυγος λαμπάδα αναμμένη. Δεν τα άντεχε, γιατί τα ζήλευε, τα λαχταρούσε. Τα ήθελε όλα για εκείνη. Τα λουλούδια, τις καρδούλες, τα αρκουδάκια, τα γλυκόλογα, ένα δείπνο για δύο υπό το φως των κεριών, ένα τραγούδι παθιάρικο, με στίχους διαλεγμένους να μιλήσουν στην ψυχή της κατευθείαν. Μα κυρίως λαχταρούσε τον έρωτα πίσω από αυτά. Την αγκαλιά που δεν ερχόταν ποτέ. Το βασίλειό της για μια αγκαλιά. Σφιχτή. Τόσο δυνατή που να κολλήσει όλα τα σπασμένα κομμάτια της. Κάθε χρόνο η ίδια ελπίδα. Η ίδια σκέψη. Ένα κόκκινο τριαντάφυλλο να την περιμένει στο τραπέζι της κουζίνας δίπλα σε ένα σημείωμα που θα την έκανε να κοκκινίσει. Ή δίπλα στο μαξιλάρι της ύστερα από μια νύχτα πάθους. Πάθος; Τι ήταν αυτό; Ποια ήταν η τελευταία στιγμή της ζωής της που είχε πάθος; Χάνονταν στα βάθη του χρόνου. Παλιότερα έπαιρνε αγκαλιά τα παιδιά της, παρηγοριόταν με τη θέρμη τους, δέρμα πάνω στο δέρμα. Μικρές σάρκινες μπαλίτσες που κούρνιαζαν στου κορμιού της τις κοιλάδες και εκείνη δεν χόρταινε να χαζεύει τη γαλήνια ανάσα τους, όσο αυτά κοιμόντουσαν αμέριμνα. Πιανόταν η μέση της καθισμένη για ώρες, μα δεν τολμούσε ούτε να ανασάνει δυνατά, να μην χαλάσει της στιγμής τη μαγεία. Μα η κόρη της ήταν πια κοτζάμ γυναίκα, για αγκαλιές ούτε λόγος. Άντε καμία αγκαλίτσα πεταχτή, στα πλαίσια του καλοπιάσματος για παραπάνω χαρτζιλίκι ή για να «δανειστεί» τα σκουλαρίκια που της άρεσαν. Ο γιος που δεν είχε ούτε αυτό το κίνητρο, ούτε που το σκεφτόταν. Και εκείνη να πεθαίνει για ένα άγγιγμα. Καμιά φορά αγκάλιαζε η ίδια τον εαυτό της. Φανταζόταν ξένα τα ίδια της τα μπράτσα και σιγοψιθύριζε όλα όσα θα ήθελε να ακούσει από χείλη κολλημένα στο αφτί της. Μπορούσε να φανταστεί ακόμη και την ανατριχίλα όλων των πόρων του δέρματός της στο άγγιγμα. 

Θα γελούσε ο άντρας της αν τα ήξερε όλα αυτά. Θα την κορόιδευε. «Γεράσαμε Έφη», θα της έλεγε. «Γεράσαμε και εσύ ονειρεύεσαι έρωτες; Αυτά είναι για τα νιάτα!». Εκείνη όμως δεν την ένοιαζαν τα χρόνια. Τι κι αν ανήμερα αυτού του καταραμένου Αγίου θα έκλεινε τα 50; Η κόρη της θα της έφερνε πάλι μια τούρτα- καρδιά. Λόγω της ημέρας τα ζαχαροπλαστεία μόνο τέτοιες πουλούσαν. Το κόκκινο γλάσο θα την προκαλούσε να πάρει όλο το κουτί και να το πετάξει από το μπαλκόνι, ω, πόση χαρά θα της έδινε αυτό! Μα όχι, θα έπρεπε πάλι να κάνει την έκπληκτη, να ευχαριστήσει το κορίτσι της που τη σκέφτηκε, να θαυμάσει το γευστικό κατασκεύασμα που την περιγελούσε και να φορέσει το χαμόγελο που θα έδειχνε πόσο ευτυχισμένη ήταν. Ο σύζυγος θα τη φιλούσε χωρίς καν να την ακουμπήσει, σαν τις κυρίες που φιλιούνται στον αέρα για να μη γεμίσει η μία την άλλη κραγιόν. Και εκείνη θα έκλεινε τα μάτια στιγμιαία. Και θα φανταζόταν δύο χείλη να παλεύουν με τα δικά της με πάθος και μια γλώσσα να χώνεται στο στόμα της και να το οργώνει. Και εκείνη να λιγοθυμά από ηδονή. Φιλί ζωή και θάνατος μαζί. Και όλα φως. Ω, ναι, αυτό τελικά ήταν το μόνο που λαχταρούσε το πεινασμένο για χάδια κορμί της. Την επιστροφή στο φως. Και το μηδενικό που θα έμπαινε σύντομα στην ένδειξη των χρόνων της ήταν η ευκαιρία της να μηδενίσει το κοντέρ. Αρχή και τέλος πλάτη με πλάτη. Αρχή και τέλος κορώνα γράμματα στο νόμισμα της ζωής της.
Σηκώθηκε από το κρεβάτι της ανάλαφρη. Είχε πολλά να ετοιμάσει και ο χρόνος ήταν μόνο μια κλεψύδρα που άδειαζε προς μία και μόνη κατεύθυνση. Είχε μπροστά της λιγότερο από 14 ημέρες. Και τότε θα άρχιζε το ταξίδι προς το φως….


Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

2023, Ιούλιος, Κέρκυρα.

Έχουμε τη μεγάλη τύχη να διατηρούμε ένα συμπαθητικό σπίτι στην Κέρκυρα, και έναν μεγάλο έρωτα για την ίδια την Κέρκυρα αλλά και για καθετί ωραίο. Όπως η ίδια η Κέρκυρα.  Πέντε καλοκαίρια δεν κατορθώσαμε να πάμε, για λόγους σημαντικούς και ασήμαντους. Φέτος ήταν υπόσχεση. Εγώ λόγω καταγωγής, έχω περάσει στην Κέρκυρα  περισσότερα από τα μισά καλοκαίρια της ζωής μου. Έχω τόσες αναμνήσεις, όσες δεν έχω για κανένα άλλο μέρος ή συμβάν. Θυμάμαι το αυτοκίνητο του παππού και της γιαγιάς που μας πήγαινε στις δημοφιλείς  παραλίες της εποχής, τον Ίψο, το Πέραμα, τον Άη Γιάννη. Μας πήγαινε και στα ξενοδοχεία, όπου ήταν όλοι φιλόξενοι και περιποιητικοί, περισσότερο με μάς που ήμασταν ντόπιοι, παρά με τους ξένους. Θυμάμαι τα θεόρατα κλαμπ σάντουιτς στο Mira Mare, το κοτόπουλο στο καλαθάκι στο K erkyra Golf και την ταβέρνα στο Πυργί όπου με τσίμπησε μια μέλισσα. Από την πόλη θυμάμαι τα αστραφτερά πεζοδρόμια και τους άδειους δρόμους τα απομεσήμερα, τα ψητά καλαμπόκια, τις άμαξες και τα τρίκλυκλα, ακό

Ο Ηγεμόνας και η Μαίρη

Βάζω απέναντί μου το πρόσωπό της. Είναι μεσήλικη, παντρεμένη, έχει δυο παιδιά, ένα σπίτι, δύο αυτοκίνητα, δυο πιστωτικές, καμία αποταμίευση, γενικώς μικρομεσαία. Στα τέλη του μήνα ζορίζονται αλλά τελικά τα καταφέρνουν με τον σύζυγο, δημόσια υπάλληλος αυτή, στέλεχος επιχείρησης εκείνος.   Έχω βρεθεί μαζί της σε κοινές συναναστροφές δυο τρεις φορές και βρίσκομαι κάθε μέρα στο Facebook . Η Μαίρη είναι η πιο μεγάλη επιτυχία του Ηγεμόνα, όπου ηγεμόνας είναι αυτός που φαντάζεστε. Τον θαυμάζει, τον γεμίζει καρδούλες, ευχές, συγχαρητήρια και συμβουλές.  Και δεν είναι μόνον η Μαίρη, είναι ο  άντρας της Μαίρης, οι φίλοι της Μαίρης, πολλές ακόμα Μαίρες που τον υποστηρίζουν φανατικά, και τον θεωρούν ό, τι καλύτερο μας έχει συμβεί τα τελευταία χρόνια. Τον θεωρούν έναν προοδευτικό, σύγχρονο, ανοιχτόμυαλο Ευρωπαίο με σοβαρότητα, εντιμότητα και τόλμη. Έναν πατριώτη που κουράζεται για το καλό της χώρας, που επιτελεί μεταρρυθμίσεις και έργο, που τελικά είναι, αν όχι μεσσίας, σωτήρας. Η Μαίρη ε

Σώπα ανόητε! [Αλίκη Κατσαρού]

Όσοι έχουμε περάσει από τα ελληνικά πανεπιστήμια, ξέρουμε πάρα πολύ καλά ότι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι σαν τον Τσιόδρα, δεν είναι κανόνας. Όλοι θυμόμαστε αρκετούς που το κύριο τους ενδιαφέρον εξαντλούταν στις χρηματοδοτήσεις των ευρωπαϊκών προγραμμάτων, των οποίων τη λάντζα έκαναν πάντα οι φοιτητές.  Θυμόμαστε άλλους που ναρκισσίζονταν από το ύψος της πανεπιστημιακής έδρας με νεαρές φοιτήτριες και άλλους που εντελώς αδιάφοροι, μετά από μικρή ή μεγάλη πορεία στα γράμματα και τις επιστήμες, εξασφάλιζαν τα οικονομικο-κοινωνικά προνόμια του ακαδημαϊκού και περνούσαν από τα αμφιθέατρα όπως οι τουρίστες από την πλατεία Συντάγματος. Επίσης, όσες νέες και ωραίες έχουμε περάσει από μικρά και μεγάλα ελληνικά νοσοκομεία συνοδεύοντας ηλικιωμένους γονείς ή μικρά παιδιά, σίγουρα θυμόμαστε αρκετούς από τους άρρενες ιατρούς να απλώνουν την σεξιστική τους νοοτροπία στο χώρο, θεωρώντας μας αυτονόητα θύματα της λευκής τους μπλούζας.  Το αίσθημα ανωτερότητας πολλών γιατρών δεν εξαντλείται απαραίτη