Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Ώρες [Αλίκη Κατσαρού]

Όσο μιλούσες ξεκαθάριζα τα μικροπράγματα πάνω στο λευκό έπιπλο της κρεβατοκάμαρας. Ήσουν ακουμπισμένος στα μαξιλάρια του κρεβατιού, ούτε καθιστός, ούτε ξαπλωμένος. Τα χέρια μου κινούνταν πιο επιδέξια και πιο γρήγορα από τα χείλη μου, που σου απαντούσαν προσεκτικά και κυρίως μονολεκτικά. Είναι αλήθεια πως ό, τι έλεγα ήταν καλά μελετημένο ώστε να μη φρενάρει την σπάνια -για τις συνήθειές μας- ορμή σου να πεις τόσα πολλά και τόσο σημαντικά εκείνη την ώρα. Επίσης ήταν μελετημένο να σε προκαλεί κάθε φορά να επεκταθείς σε ό, τι έλεγες. Τα λόγια σου, οι συλλαβές, οι ήχοι σου σαν να κατηύθυναν τα χέρια μου να κάνουν κάτι που δεν είχε συμβεί για χρόνια. Ξεκαθάρισμα.
Τα αντικείμενα ήταν πολλά. Δαχτυλίδια, βραχιόλια, πολύ περισσότερα σκουλαρίκια, μερικές καδένες και μενταγιόν. Άλλα ψεύτικα, άλλα αληθινά και μερικά εξαιρετικά πολύτιμα. Τα ψεύτικα, τα φω- μπιζού όπως λέγονται στο εμπόριο, όταν είχαν πρωτοφανεί σε πληθώρα στην αγορά ήταν ένα πράγματι εντυπωσιακό νέο. Θυμάμαι τη γιαγιά μου, που ήξερε από καλά πράγματα, να στέκει άναυδη και εντυπωσιασμένη μπροστά στα πρώτα τέτοια κοσμήματα που είχα αγοράσει και να θαυμάζει την πειστική τους παρουσία λέγοντας πως θα ορκιζόταν για τη γνησιότητά τους, αν δεν ήξερε την πραγματικότητα.
Όπως τα ξεχώριζα από τα αληθινά, σκέφτηκα πως σαν τα φω-μπιζού είναι και πολλοί άνθρωποι. Αλλά όχι μόνον άνθρωποι, ολόκληρες καταστάσεις και καμιά φορά ολόκληρες δεκαετίες ή χώρες.
Η συζήτησή μας όμως αυτό το απόγευμα ήταν πέρα για πέρα γνήσια. Και πολλών καρατίων. Ακριβή τόσο που με συγκλονιστική ακρίβεια έβαλε σε τάξη τα πάντα, τα ψεύτικα και τα αληθινά. Μόλις τέλειωσες να μιλάς παρατήρησα την πάρα πολλή σκόνη που είχε σκεπάσει το έπιπλο με τα αφημένα και μπερδεμένα πάνω του αντικείμενα. Μα πώς θα μπορούσε να καθαριστεί η σκόνη αν δεν τακτοποιούνταν όλα αυτά πριν; Τη σκούπισα, χωρίς φυσικά να δίνω σημασία στις λεπτομέρειες γιατί βασικά με ενδιέφερε περισσότερο από όλα η επόμενή σου κίνηση.
Αγκαλιά.
Και λόγια. 
Βαριά. 
Όχι γενικώς βαριά. Ειδικού βάρους, από αυτά που λέγονται μια φορά και ισχύουν για πάντα.
Μετά ήπιαμε κάτι απαλό.
Μετά παίξαμε χαρτιά.
Έξω είχε ξεκινήσει η καταιγίδα.
Μέσα μου έλεγα ότι σήμερα όλα καθαρίζουν, ακόμη και οι δρόμοι, γιατί χωρίς δρόμους καθαρούς, πώς να περπατήσεις ψυχή μου;
Μετά φάγαμε.
Ήμασταν τόσο ανάλαφροι που ούτε η κατανάλωση τoυ πλούσιου γεύματος,  επηρέασε τη διάθεσή μας.
Κάτω από το ζεστό νερό του ντους σκέφτηκα πως κάνουν λάθος όσοι λένε ότι η ευτυχία είναι στιγμές.
Ώρες είναι.



Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ο Ηγεμόνας και η Μαίρη

Βάζω απέναντί μου το πρόσωπό της. Είναι μεσήλικη, παντρεμένη, έχει δυο παιδιά, ένα σπίτι, δύο αυτοκίνητα, δυο πιστωτικές, καμία αποταμίευση, γενικώς μικρομεσαία. Στα τέλη του μήνα ζορίζονται αλλά τελικά τα καταφέρνουν με τον σύζυγο, δημόσια υπάλληλος αυτή, στέλεχος επιχείρησης εκείνος.   Έχω βρεθεί μαζί της σε κοινές συναναστροφές δυο τρεις φορές και βρίσκομαι κάθε μέρα στο Facebook . Η Μαίρη είναι η πιο μεγάλη επιτυχία του Ηγεμόνα, όπου ηγεμόνας είναι αυτός που φαντάζεστε. Τον θαυμάζει, τον γεμίζει καρδούλες, ευχές, συγχαρητήρια και συμβουλές.  Και δεν είναι μόνον η Μαίρη, είναι ο  άντρας της Μαίρης, οι φίλοι της Μαίρης, πολλές ακόμα Μαίρες που τον υποστηρίζουν φανατικά, και τον θεωρούν ό, τι καλύτερο μας έχει συμβεί τα τελευταία χρόνια. Τον θεωρούν έναν προοδευτικό, σύγχρονο, ανοιχτόμυαλο Ευρωπαίο με σοβαρότητα, εντιμότητα και τόλμη. Έναν πατριώτη που κουράζεται για το καλό της χώρας, που επιτελεί μεταρρυθμίσεις και έργο, που τελικά είναι, αν όχι μεσσίας, σωτήρας. Η Μαίρη ε

Σώπα ανόητε! [Αλίκη Κατσαρού]

Όσοι έχουμε περάσει από τα ελληνικά πανεπιστήμια, ξέρουμε πάρα πολύ καλά ότι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι σαν τον Τσιόδρα, δεν είναι κανόνας. Όλοι θυμόμαστε αρκετούς που το κύριο τους ενδιαφέρον εξαντλούταν στις χρηματοδοτήσεις των ευρωπαϊκών προγραμμάτων, των οποίων τη λάντζα έκαναν πάντα οι φοιτητές.  Θυμόμαστε άλλους που ναρκισσίζονταν από το ύψος της πανεπιστημιακής έδρας με νεαρές φοιτήτριες και άλλους που εντελώς αδιάφοροι, μετά από μικρή ή μεγάλη πορεία στα γράμματα και τις επιστήμες, εξασφάλιζαν τα οικονομικο-κοινωνικά προνόμια του ακαδημαϊκού και περνούσαν από τα αμφιθέατρα όπως οι τουρίστες από την πλατεία Συντάγματος. Επίσης, όσες νέες και ωραίες έχουμε περάσει από μικρά και μεγάλα ελληνικά νοσοκομεία συνοδεύοντας ηλικιωμένους γονείς ή μικρά παιδιά, σίγουρα θυμόμαστε αρκετούς από τους άρρενες ιατρούς να απλώνουν την σεξιστική τους νοοτροπία στο χώρο, θεωρώντας μας αυτονόητα θύματα της λευκής τους μπλούζας.  Το αίσθημα ανωτερότητας πολλών γιατρών δεν εξαντλείται απαραίτη

Σήμερα , 17 Νοεμβρίου 2024. [ Αλίκη Κατσαρού ]

  Είχα μια απελπιστικά δύσκολη μέρα. Από αυτές που θες να σβήσεις από τη μνήμη σου, όμως δεν είναι χάρτινες σελίδες στο ημερολόγιο  να τις σκίσεις ή να τις κάψεις για πιο καλά αποτελέσματα. Αντίθετα είναι από εκείνες που έρχονται και σε τυραννούν σαν φαντάσματα ενοχλητικά κάθε λίγο που λένε με πείσμα «μη με ξεχάσεις». Όλο και περισσότερο πιστεύω ότι τις απελπισίες τις δημιουργούμε μόνοι μας. Εννοώ ότι αν δεν συμβαίνει κάτι αντικειμενικά θλιβερό, όλα τα άλλα είναι προσωπική απόφαση «είμαι καλά / δεν είμαι καλά», εσύ αποφασίζεις. Δεν είναι. Θα ήταν. Σε έναν κανονικό κόσμο, σε μια φυσιολογική, ισορροπημένη πραγματικότητα. Εκεί δηλαδή που ζεις σαν κανονικός άνθρωπος, εργάζεσαι, παράγεις, προσφέρεις, απολαμβάνεις, μοιράζεσαι, χαίρεσαι. Στον σημερινό όμως κόσμο, η αίσθηση του «είμαι καλά» ταυτίζεται απόλυτα με το έχω όλα τα καλά . Ποια καλά; Τα ατέλειωτα, αυτά που δεν σταματάς να χρειάζεσαι, αυτά που θέλεις κι άλλα, κι άλλα και ποτέ δε φτάνουν   και τελικά γίνεσαι ένας μαραθωνοδρ