Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Εν ειρήνη

 Δεν ήταν ότι δεν είχε ονοματεπώνυμο, ήταν ότι δεν το χρησιμοποιούσε. Δεν του το ζήταγε κανείς αφού ο ίδιος είχε φροντίσει να συμβαίνει έτσι. Για όσα έγγραφα και διαδικασίες αφορούσαν το δημόσιο είχε εμπιστευτεί χρόνια τώρα έναν παλιό γνώριμο, λογιστή που τακτοποιούσε τα πάντα.
Εκείνος, η τελευταία φορά που χρησιμοποίησε το ονοματεπώνυμό του ήταν πριν πολλά χρόνια, που υποχρεώθηκε να κάνει αφαίρεση χολής εξαιτίας μιας ενοχλητικής πέτρας που είχε επίμονα φράξει τον πόρο. Μετά την εγχείρηση, όταν ο χειρουργός του επέδειξε την αιτία του κακού, αδυνατούσε να καταλάβει πώς ένα τόσο μικρό, ένα τέτοιο ελάχιστο και άχρηστο ‘κάτι’ ήταν ικανό να του έχει προκαλέσει τόσο αφόρητους και αδάμαστους πόνους ώστε  να τον αναγκάσει να προβεί στη ριζική λύση του χειρουργείου.
-Συγγενείς; Συνοδός;
-Όχι, απάντησε απλά στη νοσοκόμα που τον ρώτησε.
Αφού άκουσε τις οδηγίες της, γνωστές και αυτονόητες, έστρεψε το βλέμμα έξω απ’ το παράθυρο του γέρικου νοσοκομείου, στα πεύκα του απέναντι λόφου,  και συνέχισε να σκέφτεται τη μικρή, δύσμορφη πετρούλα που του είχε προκαλέσει τόσο κακό. Καθώς την έφερνε στο νου, στην επιφάνειά της σχημάτιζε πρόσωπα μικρών ανθρώπων, δύσμορφων προσώπων που του είχαν προκαλέσει στο παρελθόν ανάλογους πόνους. Παρομοίασε την αντιμετώπισή του προς αυτούς με τη χειρουργική επέμβαση της αφαίρεσης στην οποία είχε μόλις υποβληθεί και αποφάσισε ότι ακόμη και η επιστήμη επιβεβαίωνε τις επιλογές του, του παρελθόντος, την αφαίρεση δηλαδή από τη ζωή του  των μικρών, κακών κάποιων.
Η σιλουέτα του ήταν τέτοια που δεν περνούσε απαρατήρητη, λυγερόκορμος και άνω του μετρίου σε ύψος, το κεφάλι του το ίδιο, χωρίς να είναι όμορφος, είχε βαθιά μάτια, βαθιά μάγουλα και ενδιαφέρον στόμα. Μαλλιά όχι πολλά πια, και καπέλο πάντα. Ίσως και για αυτό, για το καπέλο,  να μην περνούσε απαρατήρητος.
Ωστόσο, παρότι παρακολουθούσε όλα τα πολιτιστικά δρώμενα της επαρχίας στην οποία ζούσε, και ήταν η φυσιογνωμία του γνώριμη και κάπως σαν απαραίτητη σε ό, τι συνέβαινε σε εκείνον το τόπο, κανείς δεν έπαιρνε πραγματικά το θάρρος να τον ρωτήσει πώς τον λένε, εάν εργάζεται, πού μένει, εάν έχει οικογένεια, ερωτήσεις που συνηθίζονται στις επαρχίες, καταλύοντας βασικούς κανόνες διακριτικότητας, ίσως άγνωστους σε πολλούς.
Πολλοί μάλιστα συμπολίτες του, έφτιαχναν διάφορα σενάρια προκειμένου να ερμηνεύσουν τον μυστηριώδη κάτοικο του τόπου τους αλλά έτσι κι αλλιώς τα σενάρια αυτά, εκείνος ποτέ δεν τα πληροφορούταν.
Ο συμβολαιογράφος που άνοιξε τη σφραγισμένη διαθήκη σαράντα ημέρες μετά το θάνατο του μυστηριώδη κατοίκου, δεν ήταν ο τελευταίος που πρόφερε το ονοματεπώνυμό του. Ακολούθησαν πολλοί, δεκάδες, εκατοντάδες, χιλιάδες άνθρωποι που θα το προφέρουν για πάντα, καθώς η βιβλιοθήκη του  πανεπιστημίου της μικρής επαρχίας πήρε το όνομά του. Είχε κληροδοτήσει στη βιβλιοθήκη τους απαραίτητους πόρους για την ανεξάρτητη λειτουργία της για τα επόμενα αρκετά χρόνια.
Μερικοί σύλλογοι, σωματεία και πρόεδροι  έκριναν πως ο δωρητής δεν ήταν και τόσο σημαντικό πρόσωπο, τελικά. Εκείνος όμως, είχε εγκαίρως προβεί στις απαραίτητες αφαιρέσεις ώστε να αναπαύεται εν ειρήνη τόσο η ψυχή του όσο και το ονοματεπώνυμό του στην κομψή επιγραφή πάνω από την είσοδο της βιβλιοθήκης των φοιτητών.









Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ο Ηγεμόνας και η Μαίρη

Βάζω απέναντί μου το πρόσωπό της. Είναι μεσήλικη, παντρεμένη, έχει δυο παιδιά, ένα σπίτι, δύο αυτοκίνητα, δυο πιστωτικές, καμία αποταμίευση, γενικώς μικρομεσαία. Στα τέλη του μήνα ζορίζονται αλλά τελικά τα καταφέρνουν με τον σύζυγο, δημόσια υπάλληλος αυτή, στέλεχος επιχείρησης εκείνος.   Έχω βρεθεί μαζί της σε κοινές συναναστροφές δυο τρεις φορές και βρίσκομαι κάθε μέρα στο Facebook . Η Μαίρη είναι η πιο μεγάλη επιτυχία του Ηγεμόνα, όπου ηγεμόνας είναι αυτός που φαντάζεστε. Τον θαυμάζει, τον γεμίζει καρδούλες, ευχές, συγχαρητήρια και συμβουλές.  Και δεν είναι μόνον η Μαίρη, είναι ο  άντρας της Μαίρης, οι φίλοι της Μαίρης, πολλές ακόμα Μαίρες που τον υποστηρίζουν φανατικά, και τον θεωρούν ό, τι καλύτερο μας έχει συμβεί τα τελευταία χρόνια. Τον θεωρούν έναν προοδευτικό, σύγχρονο, ανοιχτόμυαλο Ευρωπαίο με σοβαρότητα, εντιμότητα και τόλμη. Έναν πατριώτη που κουράζεται για το καλό της χώρας, που επιτελεί μεταρρυθμίσεις και έργο, που τελικά είναι, αν όχι μεσσίας, σωτήρα...

Σώπα ανόητε! [Αλίκη Κατσαρού]

Όσοι έχουμε περάσει από τα ελληνικά πανεπιστήμια, ξέρουμε πάρα πολύ καλά ότι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι σαν τον Τσιόδρα, δεν είναι κανόνας. Όλοι θυμόμαστε αρκετούς που το κύριο τους ενδιαφέρον εξαντλούταν στις χρηματοδοτήσεις των ευρωπαϊκών προγραμμάτων, των οποίων τη λάντζα έκαναν πάντα οι φοιτητές.  Θυμόμαστε άλλους που ναρκισσίζονταν από το ύψος της πανεπιστημιακής έδρας με νεαρές φοιτήτριες και άλλους που εντελώς αδιάφοροι, μετά από μικρή ή μεγάλη πορεία στα γράμματα και τις επιστήμες, εξασφάλιζαν τα οικονομικο-κοινωνικά προνόμια του ακαδημαϊκού και περνούσαν από τα αμφιθέατρα όπως οι τουρίστες από την πλατεία Συντάγματος. Επίσης, όσες νέες και ωραίες έχουμε περάσει από μικρά και μεγάλα ελληνικά νοσοκομεία συνοδεύοντας ηλικιωμένους γονείς ή μικρά παιδιά, σίγουρα θυμόμαστε αρκετούς από τους άρρενες ιατρούς να απλώνουν την σεξιστική τους νοοτροπία στο χώρο, θεωρώντας μας αυτονόητα θύματα της λευκής τους μπλούζας.  Το αίσθημα ανωτερότητας πολλών γιατρών δεν εξαντλείται...

Σήμερα , 17 Νοεμβρίου 2024. [ Αλίκη Κατσαρού ]

  Είχα μια απελπιστικά δύσκολη μέρα. Από αυτές που θες να σβήσεις από τη μνήμη σου, όμως δεν είναι χάρτινες σελίδες στο ημερολόγιο  να τις σκίσεις ή να τις κάψεις για πιο καλά αποτελέσματα. Αντίθετα είναι από εκείνες που έρχονται και σε τυραννούν σαν φαντάσματα ενοχλητικά κάθε λίγο που λένε με πείσμα «μη με ξεχάσεις». Όλο και περισσότερο πιστεύω ότι τις απελπισίες τις δημιουργούμε μόνοι μας. Εννοώ ότι αν δεν συμβαίνει κάτι αντικειμενικά θλιβερό, όλα τα άλλα είναι προσωπική απόφαση «είμαι καλά / δεν είμαι καλά», εσύ αποφασίζεις. Δεν είναι. Θα ήταν. Σε έναν κανονικό κόσμο, σε μια φυσιολογική, ισορροπημένη πραγματικότητα. Εκεί δηλαδή που ζεις σαν κανονικός άνθρωπος, εργάζεσαι, παράγεις, προσφέρεις, απολαμβάνεις, μοιράζεσαι, χαίρεσαι. Στον σημερινό όμως κόσμο, η αίσθηση του «είμαι καλά» ταυτίζεται απόλυτα με το έχω όλα τα καλά . Ποια καλά; Τα ατέλειωτα, αυτά που δεν σταματάς να χρειάζεσαι, αυτά που θέλεις κι άλλα, κι άλλα και ποτέ δε φτάνουν   και τελικά γίνε...