Στο cd ο Μεγάλος Ερωτικός του Χατζιδάκι.
Στο τιμόνι τα χέρια μου.
Στη σκάλα που κατέβαινε στην αποβάθρα, τα μάτια μου που σε
ακολουθούσαν ως που χάθηκες, για την ακρίβεια ως που το μόνο που φαινόταν ήταν
η σόλα του δεξιού σου παπουτσιού πριν χαθεί κι αυτή εντελώς στον υπόγειο
σταθμό.
Παρκαρισμένη ως συνήθως παράνομα στην άκρη του πεζοδρομίου
μιας χώρας που ευτυχώς δεν απώλεσε ποτέ εντελώς τη μεσογειακή της
παραβατικότητα, σκεφτόμουν πως αν θα εισέπραττα
ποτέ κλήση για να κοιτώ τις σόλες σου κάθε φορά που σε άφηνα στο μετρό, θα
την έβγαζα φωτοτυπία ως ενθύμιο ενός ακόμα
εβδομαδιάτικου αποχαιρετισμού μας.
Αυτό το απόγευμα έβρεχε πολύ. Τόσο που τα αδιάκοπα κορναρίσματα
των Γάλλων πνίγονταν στον ήχο του νερού. Που οι Γαλλίδες δοκίμαζαν το στυλ τους
σε συνθήκες αντίξοες για τη φήμη τους. Που κανένας δεν έτρωγε κροκ στα
καθίσματα των πεζοδρομίων και που η επιφάνεια του Σηκουάνα έμοιαζε με γκρίζο
πάπλωμα γεμάτο καρφίτσες.
Περίμενα με το καλοριφέρ αναμμένο να ξεθολώσουν τα τζάμια, μπήκα στο ρεύμα της λεωφόρου και δυνάμωσα
τη μουσική. Θα μου έλειπες πάλι τόσο πολύ που ξαναμετάνιωσα γιατί δεν είχα
πάρει μια κιμωλία να ζωγραφίσω στο σκούρο σεντόνι το περίγραμμά σου καθώς
κοιμόσουν. Ύστερα που θα ξύπναγες θα σου έλεγα να μην το μουτζουρώσεις για να
ξαπλώνω πάνω του –σου – τις μέρες που θα ξαναλείπεις. Αφού πάλι δε θα έχω το
περίγραμμα, θα κοιτώ τον αφρό ξυρίσματός σου στο μπάνιο, το ξυραφάκι σου και θα
πλύνω τα δόντια μου με τη δική σου οδοντόβουρτσα χωρίς να σου το πω.
Δευτέρα με Παρασκευή αυτά για μια δουλειά διακόσια χιλιόμετρα
μακριά από το σπίτι.
Για χρόνια.
Στις επισημάνσεις των δικών μου ότι εσύ δε θα έκανες τα ίδια
για μένα απλώς δεν απαντούσα. Πίστευα ό, τι κι εσύ. Ότι θα τα καταφέρουμε.
Ούτε τώρα απαντώ.
Είναι δύσκολο να εξηγείς στους άλλους τι σημαίνει τα
καταφέρνουμε. Κυρίως όταν από φοιτητές και εργαζόμενοι σε άλλη χώρα, μετονομαστήκαμε
μετανάστες. Κυρίως όταν ο ένας –εγώ εν
προκειμένω- στηρίζει το όνειρο του άλλου μικραίνοντας δικά του
σχέδια.
Είναι ακόμη πιο δύσκολο όταν μια δεκαετία μετά δεν έχουμε αλλάξει αυτοκίνητο. Ένα και οι δυο.
Όταν τα παιδιά μας φοιτούν στο δημόσιο σχολείο της μέτριας
συνοικίας μας και στην Ελλάδα δεν πάμε κάθε καλοκαίρι, στη δε Μύκονο ποτέ.
Πιο σημαντικό όμως είναι να μη χρειάζεται να εξηγείς.
Να
εξηγείς πώς δηλαδή, ότι ακόμη σήμερα, όταν πρέπει να λείψεις, σε αφήνω στο σταθμό και συνεχίζω να κοιτώ τη δεξιά σου σόλα ως να χαθεί στην
αποβάθρα, και ξαναμετανιώνω που δε ζωγράφισα το περίγραμμά σου στο σεντόνι.
Κι ας το μουτζουρώσουν το πρωί τα παιδιά.