Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Χρόνε, χρόνε είσ' εδώ; [Αλίκη Κατσαρού]


Ξεκινώ με μια ομολογία: η σχέση μου με το χρόνο ήταν πάντα σε κρίση.
Δεν εννοώ το χρόνο των ραντεβού, των προθεσμιών και της συνέπειας γενικότερα. Εννοώ το χρόνο στην αφηρημένη του έννοια, που δεν ξέρουμε εάν είναι έννοια, ή τι είναι και που αλλιώς τον αντιλαμβάνεται η φυσική, αλλιώς η φιλοσοφία και αλλιώς η επιδερμίδα.
Αυτό ακριβώς.
Η επιδερμίδα.  Εκεί ήθελα να εστιάσω αλλά ντρεπόμουν. Το πληκτρολόγιό μου όμως δε ντρέπεται. Είναι αλήθεια ότι στην ηλικία των είκοσι και κάτι, στην ηλικία δηλαδή που το μάγουλο  λάμπει, το σώμα ζαλίζει και το βλέμμα ηλεκτρίζει, σε αυτήν την ηλικία απωθούσα από τη σκέψη μου ότι κάποτε θα γινόμουν σαράντα, ότι μπορεί να γίνω και πενήντα και εξήντα και ότι ο χρόνος θα έχει γράψει πάνω μου χαρές, θυμούς, λύπες και ματαιωμένες ελπίδες και με συνέταιρο τη βαρύτητα -αν ο χρόνος τελικά για τους ανθρώπους δεν είναι η άλλη όψη της βαρύτητας.

Κοιτώντας παλιές και σημερινές φωτογραφίες μου, και παρά το γεγονός ότι το κινητό μου διαθέτει κάμερα κατηγορίας homo narcissus, βλέπω όσα τότε απωθούσα ως ενδεχόμενο. Εκτός από τις φωτογραφίες, τα βλέπω στη ζυγαριά. Στην αντοχή. Στην θλίψη και στην κατάθλιψη. Στο στρες της ευθύνης που τα χρόνια φέρνουν, που στην απλούστερη μορφή της ονομάζεται «λογαριασμός ηλεκτρικού ρεύματος» και στην πιο δύσκολη «θέματα υγείας». Στην επιβολή κανόνων στα παιδιά. Στις δύσκολες συνδιαλλαγές με τους ανθρώπους. Στην κακία των ανθρώπων. Στη μαλακία των ανθρώπων. Κι αν φύγω από το στενό πλαίσιο των 600 τ.χλμ. του νησιού μου, στο άδικο του πολέμου. Στην πίκρα των συμφερόντων. Στην υποκρισία των ηγεσιών. Στην πείνα. Στη δίψα. Στις επιδημίες. Στην προσφυγιά.
Η διαφορά που βλέπω στις φωτογραφίες έχει δομηθεί από όλα αυτά και από άλλα πολλά. Σύμφωνα με το πώς είχα το χρόνο στο μυαλό μου στα είκοσι, σήμερα θα έπρεπε  να είχα ήδη αυτοκτονήσει. Ειδικά επειδή όταν εγώ ήμουν είκοσι, οι  σταρ της εποχής δεν ήταν  ταλαντούχοι καλλιτέχνες, αλλά super models.
Τι έγινε και ακόμα ζω; Τι έγινε και δε μου προκαλεί φρίκη η αλλαγή; Τι έγινε και συμπαθώ την ουλή ενός απρόοπτου χριστουγεννιάτικου χειρουργείου, τα βλέφαρα που βάρυναν και τις γκρίζες μου τούφες;
Τι έγινε και μπορώ να θαυμάσω γυναίκες που είναι πάνω από εξήντα, και γυναίκες που είναι κάτω από τριάντα, ισότιμα και αυθόρμητα; Τι έγινε και βλέπω ομορφιά και ερωτισμό ανεξάρτητα από τα χρόνια;
Θαύμα;

Η σχέση μου με το χρόνο μάλλον δεν είναι πια σε κρίση.
Και δεν είναι θαύμα. Είναι αγάπη.
Αγάπη για την αλήθεια. Για όσα δεν μπορούν να γίνουν εξώφυλλο στο ELLE ενώ παράλληλα βρίσκω τόσο ωραίο το εξώφυλλο του ELLE.
Για όσα πια διακρίνω πίσω από την εικόνα. Και τα εκτιμώ.
Για το πόσο αξιολύπητοι μοιάζουν όσοι στέκονται αποκλειστικά στην εικόνα.
Για την ασχήμια που βλέπω όχι μόνον στα ψεύτικα λόγια αλλά και στα ψεύτικα στήθη που κάποτε έμοιαζαν must.
Για την βουτιά σε αγκαλιές που στάζουν πόθο και δεν προσποιούνται κανέναν ρόλο.
Για όσα μπορώ και αγαπώ για ό, τι  είναι και όχι για ό, τι  φαίνονται.
Για την αναπτυγμένη πια δεξιότητα να ικανοποιούμαι βαθιά με τα αληθινά, γυρνώντας πλάτη επιδεικτικά στην ψευδαίσθηση όποιας κατασκευασμένης χαράς.
Πόσο ελκυστικές είναι οι ρυτίδες σε εκείνον το λαιμό… Με αναστατώνουν. Αλήθεια.







Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

2023, Ιούλιος, Κέρκυρα.

Έχουμε τη μεγάλη τύχη να διατηρούμε ένα συμπαθητικό σπίτι στην Κέρκυρα, και έναν μεγάλο έρωτα για την ίδια την Κέρκυρα αλλά και για καθετί ωραίο. Όπως η ίδια η Κέρκυρα.  Πέντε καλοκαίρια δεν κατορθώσαμε να πάμε, για λόγους σημαντικούς και ασήμαντους. Φέτος ήταν υπόσχεση. Εγώ λόγω καταγωγής, έχω περάσει στην Κέρκυρα  περισσότερα από τα μισά καλοκαίρια της ζωής μου. Έχω τόσες αναμνήσεις, όσες δεν έχω για κανένα άλλο μέρος ή συμβάν. Θυμάμαι το αυτοκίνητο του παππού και της γιαγιάς που μας πήγαινε στις δημοφιλείς  παραλίες της εποχής, τον Ίψο, το Πέραμα, τον Άη Γιάννη. Μας πήγαινε και στα ξενοδοχεία, όπου ήταν όλοι φιλόξενοι και περιποιητικοί, περισσότερο με μάς που ήμασταν ντόπιοι, παρά με τους ξένους. Θυμάμαι τα θεόρατα κλαμπ σάντουιτς στο Mira Mare, το κοτόπουλο στο καλαθάκι στο K erkyra Golf και την ταβέρνα στο Πυργί όπου με τσίμπησε μια μέλισσα. Από την πόλη θυμάμαι τα αστραφτερά πεζοδρόμια και τους άδειους δρόμους τα απομεσήμερα, τα ψητά καλαμπόκια, τις άμαξες και τα τρίκλυκλα, ακό

Ο Ηγεμόνας και η Μαίρη

Βάζω απέναντί μου το πρόσωπό της. Είναι μεσήλικη, παντρεμένη, έχει δυο παιδιά, ένα σπίτι, δύο αυτοκίνητα, δυο πιστωτικές, καμία αποταμίευση, γενικώς μικρομεσαία. Στα τέλη του μήνα ζορίζονται αλλά τελικά τα καταφέρνουν με τον σύζυγο, δημόσια υπάλληλος αυτή, στέλεχος επιχείρησης εκείνος.   Έχω βρεθεί μαζί της σε κοινές συναναστροφές δυο τρεις φορές και βρίσκομαι κάθε μέρα στο Facebook . Η Μαίρη είναι η πιο μεγάλη επιτυχία του Ηγεμόνα, όπου ηγεμόνας είναι αυτός που φαντάζεστε. Τον θαυμάζει, τον γεμίζει καρδούλες, ευχές, συγχαρητήρια και συμβουλές.  Και δεν είναι μόνον η Μαίρη, είναι ο  άντρας της Μαίρης, οι φίλοι της Μαίρης, πολλές ακόμα Μαίρες που τον υποστηρίζουν φανατικά, και τον θεωρούν ό, τι καλύτερο μας έχει συμβεί τα τελευταία χρόνια. Τον θεωρούν έναν προοδευτικό, σύγχρονο, ανοιχτόμυαλο Ευρωπαίο με σοβαρότητα, εντιμότητα και τόλμη. Έναν πατριώτη που κουράζεται για το καλό της χώρας, που επιτελεί μεταρρυθμίσεις και έργο, που τελικά είναι, αν όχι μεσσίας, σωτήρας. Η Μαίρη ε

Σώπα ανόητε! [Αλίκη Κατσαρού]

Όσοι έχουμε περάσει από τα ελληνικά πανεπιστήμια, ξέρουμε πάρα πολύ καλά ότι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι σαν τον Τσιόδρα, δεν είναι κανόνας. Όλοι θυμόμαστε αρκετούς που το κύριο τους ενδιαφέρον εξαντλούταν στις χρηματοδοτήσεις των ευρωπαϊκών προγραμμάτων, των οποίων τη λάντζα έκαναν πάντα οι φοιτητές.  Θυμόμαστε άλλους που ναρκισσίζονταν από το ύψος της πανεπιστημιακής έδρας με νεαρές φοιτήτριες και άλλους που εντελώς αδιάφοροι, μετά από μικρή ή μεγάλη πορεία στα γράμματα και τις επιστήμες, εξασφάλιζαν τα οικονομικο-κοινωνικά προνόμια του ακαδημαϊκού και περνούσαν από τα αμφιθέατρα όπως οι τουρίστες από την πλατεία Συντάγματος. Επίσης, όσες νέες και ωραίες έχουμε περάσει από μικρά και μεγάλα ελληνικά νοσοκομεία συνοδεύοντας ηλικιωμένους γονείς ή μικρά παιδιά, σίγουρα θυμόμαστε αρκετούς από τους άρρενες ιατρούς να απλώνουν την σεξιστική τους νοοτροπία στο χώρο, θεωρώντας μας αυτονόητα θύματα της λευκής τους μπλούζας.  Το αίσθημα ανωτερότητας πολλών γιατρών δεν εξαντλείται απαραίτη