Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Κούκλα, το Σαββατόβραδο!




Το ραντεβού ήταν για αύριο Κυριακή.
Η βαριά πόρτα του φέρρυ ακούμπησε με θόρυβο κι ύστερα σύρθηκε πάνω στην προκυμαία. Μόλις έδεσε το πλοίο, εκείνη γλίστρησε ανάμεσα στους υπόλοιπους βιαστικούς και βγήκε από τους πρώτους.
Διέσχισε την άχαρη απόσταση ως τον κεντρικό δρόμο με βήμα που διέκοπτε ρυθμικά τον μονότονο ήχο της συρόμενης μικρής βαλίτσας της και προσανατολίστηκε προς τη συστάδα των κτηρίων που είχαν φυλακίσει το βλέμμα της όσο το πλοίο προσέγγιζε το λιμάνι.
Το φως του απογεύματος τα χάιδευε γλυκά σαν να τα φώτιζε επίτηδες για τους πρωτάρηδες επισκέπτες της μαγικής πόλης. Δεν θα περπάτησε δέκα λεπτά, μπροστά από πολλά δεμένα καΐκια, και βρέθηκε εμπρός τους. Το Wifi καμπάνα. Χρησιμοποίησε τις πληροφορίες του διαδικτυακού χάρτη και γρήγορα βρέθηκε στο δωμάτιο που είχε ραντεβού με την ιδιοκτήτρια.
Ακολουθώντας τη στη στενή σκάλα, αισθάνθηκε οικεία, σαν να γνώριζε την κυρία και μαζί τη μυρωδιά του κτηρίου,μούχλα και πράσινο σαπούνι ίσως. Βαρέθηκε με τις οδηγίες, τις ερωτήσεις και τις διευκρινίσεις και μόλις όλα αυτά τέλειωσαν έβαλε λίγο άρωμα, λίγο κραγιόν και τα αθλητικά της. Η πόλη την τραβούσε. Ξεκίνησε να περπατάει με περιέργεια. Οι στενοί της δρόμοι, σαν αρτηρίες που μέσα τους κόχλαζε το αίμα, ζωντανοί, πάλλονταν από θορύβους. Ομιλίες, ένας απορροφητήρας ταβέρνας που βογκούσε, ένα πιάνο που ελευθέρωνε από κάποιο παράθυρο νότες παστέλ, νιαουρίσματα, και καμπάνες που αντηχούσαν από έναν ηλικιωμένο πύργο. Κοίταξε τη μαρμάρινη πλάκα της εκκλησίας του. 537 ετών. Τα πλατύσκαλα μπροστά από το προαύλιο της, την έβγαλαν σε ένα σταυροδρόμι. Χωρίς να συμβουλευτεί το χάρτη αυτή τη φορά, διαπραγματεύτηκε μόνη της το δίλημμα: Αριστερά ή δεξιά; Αυτή δεν ήταν άλλωστε η ζωή, κι ας το αγνοούν οι περισσότεροι, μια συνεχής ερώτηση μεταξύ αριστεράς και δεξιάς;
Έστριψε αριστερά. Τα βήματά της, την πήγαν στα θαλάσσια τείχη που χωρίζονταν από το φρούριο μόλις από μια στενή λωρίδα θάλασσας γεμάτης λιλιπούτειες ψαρόβαρκες. Κατά μήκος των τειχών παρέες εφήβων έστηναν το δικό τους μικρό, μεγάλο κόσμο. Το φεγγάρι χλωμό αλλά ολόκληρο σκαρφάλωνε στο ιδανικό ύψος για φιλιά και υποσχέσεις, όχι απαραίτητα εφηβικές.
Μια πελώρια πλατεία πάνω από τα τείχη, με την άπλα της ενθάρρυνε βαθιές, καθαρές αναπνοές. Τα αναρίθμητα παρτέρια και το χορτάρι μαρτυρούσαν έναν πολύ καλό δήμαρχο. Πώς θα μπορούσε να είναι κάποιος κακός δήμαρχος αυτής της ζωγραφιστής πόλης; Ίσως όμως να έδειχναν έναν πολύ καλό γεωπόνο που εργαζόταν στο δήμο και δεν τον επηρέαζε κανένας καλός ή κακός δήμαρχος. Η δεύτερη εκδοχή της άρεσε περισσότερο.
Φύσει πρακτική και ρεαλίστρια, ο ρομαντισμός δεν της ταίριαζε, αλλά απόψε, είχε καθηλωθεί. Ήταν ένας συγκερασμός ανθρώπινης δημιουργίας και φυσικής καλλονής αυτό που αντίκριζε. Βοηθούσε πολύ και το μαγιάτικο φως του απογεύματος, γενναιόδωρο όπως ήταν λίγο πριν το καλοκαιρινό του απόγειο. Δε χόρταινε την κομψότητα και μαζί την ταπεινότητα της πόλης. Σαν σελίδες ιστορίας τα κτήρια, οι πεζόδρομοι, τα τείχη, τα μνημεία. Ούτε μεγαλειώδης, ούτε γραφική, τούτη η πόλη είχε το δικό της χαρακτήρα. Σχεδόν τη φοβόσουν, σαν κάτι γυναίκες που κατακτούν αλύπητα όποιον συναντούν, που χαράζονται στις καρδιές, όχι ανώδυνα. Αυτές οι γυναίκες είναι μονίμως ζωντανές, αυθόρμητες, με γάργαρο γέλιο και φωτεινό χαμόγελο. Και τα Σαββατόδραδα είναι πάντα κούκλες! Όπως κούκλα ήταν η πόλη απόψε που γέμιζαν με κόσμο τα μπαράκια, τα εστιατόρια, τα παγκάκια και ακόμη το μεγάλο φωτισμένο κτήριο που δέσποζε απέναντι από τον ανδριάντα του Ιωάννη Καποδίστρια. Αναζητώντας το στη google, ναι, ήταν η Ιόνιος Ακαδημία. Το διαδίκτυο πρόθυμα την ενημέρωσε ότι το κτήριο σήμερα φιλοξενούσε ένα μεγάλο διεθνές συνέδριο. Αυτή η πόλη τα είχε όλα, τελικά;
Το ραντεβού ήταν για αύριο Κυριακή και απαιτούσε καθαρό μυαλό και άκαμπτη στάση εκ μέρους της για λογαριασμό της εταιρίας της που θα μίσθωνε δεκάδες μικρά ακίνητα του ιστορικού κέντρου για χρήση Airbnb.
Δεν ήταν ρομαντική.
Δεν ήταν ρομαντική.
Αλλά αυτό, αύριο, ίσως να μην το κατάφερνε.

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ο Ηγεμόνας και η Μαίρη

Βάζω απέναντί μου το πρόσωπό της. Είναι μεσήλικη, παντρεμένη, έχει δυο παιδιά, ένα σπίτι, δύο αυτοκίνητα, δυο πιστωτικές, καμία αποταμίευση, γενικώς μικρομεσαία. Στα τέλη του μήνα ζορίζονται αλλά τελικά τα καταφέρνουν με τον σύζυγο, δημόσια υπάλληλος αυτή, στέλεχος επιχείρησης εκείνος.   Έχω βρεθεί μαζί της σε κοινές συναναστροφές δυο τρεις φορές και βρίσκομαι κάθε μέρα στο Facebook . Η Μαίρη είναι η πιο μεγάλη επιτυχία του Ηγεμόνα, όπου ηγεμόνας είναι αυτός που φαντάζεστε. Τον θαυμάζει, τον γεμίζει καρδούλες, ευχές, συγχαρητήρια και συμβουλές.  Και δεν είναι μόνον η Μαίρη, είναι ο  άντρας της Μαίρης, οι φίλοι της Μαίρης, πολλές ακόμα Μαίρες που τον υποστηρίζουν φανατικά, και τον θεωρούν ό, τι καλύτερο μας έχει συμβεί τα τελευταία χρόνια. Τον θεωρούν έναν προοδευτικό, σύγχρονο, ανοιχτόμυαλο Ευρωπαίο με σοβαρότητα, εντιμότητα και τόλμη. Έναν πατριώτη που κουράζεται για το καλό της χώρας, που επιτελεί μεταρρυθμίσεις και έργο, που τελικά είναι, αν όχι μεσσίας, σωτήρας. Η Μαίρη ε

Σώπα ανόητε! [Αλίκη Κατσαρού]

Όσοι έχουμε περάσει από τα ελληνικά πανεπιστήμια, ξέρουμε πάρα πολύ καλά ότι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι σαν τον Τσιόδρα, δεν είναι κανόνας. Όλοι θυμόμαστε αρκετούς που το κύριο τους ενδιαφέρον εξαντλούταν στις χρηματοδοτήσεις των ευρωπαϊκών προγραμμάτων, των οποίων τη λάντζα έκαναν πάντα οι φοιτητές.  Θυμόμαστε άλλους που ναρκισσίζονταν από το ύψος της πανεπιστημιακής έδρας με νεαρές φοιτήτριες και άλλους που εντελώς αδιάφοροι, μετά από μικρή ή μεγάλη πορεία στα γράμματα και τις επιστήμες, εξασφάλιζαν τα οικονομικο-κοινωνικά προνόμια του ακαδημαϊκού και περνούσαν από τα αμφιθέατρα όπως οι τουρίστες από την πλατεία Συντάγματος. Επίσης, όσες νέες και ωραίες έχουμε περάσει από μικρά και μεγάλα ελληνικά νοσοκομεία συνοδεύοντας ηλικιωμένους γονείς ή μικρά παιδιά, σίγουρα θυμόμαστε αρκετούς από τους άρρενες ιατρούς να απλώνουν την σεξιστική τους νοοτροπία στο χώρο, θεωρώντας μας αυτονόητα θύματα της λευκής τους μπλούζας.  Το αίσθημα ανωτερότητας πολλών γιατρών δεν εξαντλείται απαραίτη

Σήμερα , 17 Νοεμβρίου 2024. [ Αλίκη Κατσαρού ]

  Είχα μια απελπιστικά δύσκολη μέρα. Από αυτές που θες να σβήσεις από τη μνήμη σου, όμως δεν είναι χάρτινες σελίδες στο ημερολόγιο  να τις σκίσεις ή να τις κάψεις για πιο καλά αποτελέσματα. Αντίθετα είναι από εκείνες που έρχονται και σε τυραννούν σαν φαντάσματα ενοχλητικά κάθε λίγο που λένε με πείσμα «μη με ξεχάσεις». Όλο και περισσότερο πιστεύω ότι τις απελπισίες τις δημιουργούμε μόνοι μας. Εννοώ ότι αν δεν συμβαίνει κάτι αντικειμενικά θλιβερό, όλα τα άλλα είναι προσωπική απόφαση «είμαι καλά / δεν είμαι καλά», εσύ αποφασίζεις. Δεν είναι. Θα ήταν. Σε έναν κανονικό κόσμο, σε μια φυσιολογική, ισορροπημένη πραγματικότητα. Εκεί δηλαδή που ζεις σαν κανονικός άνθρωπος, εργάζεσαι, παράγεις, προσφέρεις, απολαμβάνεις, μοιράζεσαι, χαίρεσαι. Στον σημερινό όμως κόσμο, η αίσθηση του «είμαι καλά» ταυτίζεται απόλυτα με το έχω όλα τα καλά . Ποια καλά; Τα ατέλειωτα, αυτά που δεν σταματάς να χρειάζεσαι, αυτά που θέλεις κι άλλα, κι άλλα και ποτέ δε φτάνουν   και τελικά γίνεσαι ένας μαραθωνοδρ