Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

μικρό για το χρόνο [Αλίκη Κατσαρού]


Βαριέμαι τα κλισέ τύπου ‘πόσο γρήγορα περνάει ο καιρός’. 

Να σου πω ένα μυστικό; Ο καιρός περνάει όσο γρήγορα, όσο αργά, όσο καλά και όσο χάλια θες εσύ να περνάει. Αν δε σε βρει κάποια συμφορά από τις μη διαχειρίσιμες, είναι στο χέρι σου το πώς περνάει ο καιρός. Γι αυτό σε παρακαλώ στο εξής να μην συναντιόμαστε με κανέναν από όσους παραπονιούνται για το πόσο γρήγορα περνάει ο καιρός.

Ο καιρός, ο χρόνος, η μεγάλη ή η μικρή ζωή που μας χαρίστηκε έχει τόσα μέσα της, που την κάνουν τεράστια. Περπάτα για ώρα ξυπόλυτη στην ξανθή άμμο μιας παραλίας. Πιες μια αρωματική ρετσίνα ενός τοπικού αμπελώνα. Άσε να σου ξυρίσει τα μάγουλα ο παγωμένος αέρας του όρους. Ανακάτεψε με τα χέρια σου τα φύλλα του βασιλικού και μύρισε τον αέρα.

Κάνε έρωτα ως να σου κόβεται η ανάσα και αγάπησε ως να πονάς. Σφίξε στην αγκαλιά σου το παιδί σου, το παιδί του γείτονα, το παιδί του πρόσφυγα που μυρίζει απλυσιά. Σκέψου τον έρωτα, την αγάπη και τα παιδιά περισσότερο από όσο αντέχει το μυαλό σου.

Βγες από το νοικοκυριό σου, από τη φορολογική σου δήλωση από το κάδρο της κουτσομπόλας της πόλης. Βγες από την πόλη, από τη χώρα, από την ήπειρο. Με το μυαλό, αν τα λεφτά σου δε φτάνουν για τα εισιτήρια και τη διαμονή. Και με τα βιβλία.

Ας μην επεκταθώ, δεν είμαι και σύμβουλος ζωής. Η φίλη σου είμαι. Προτείνω μια συμφωνία: Ούτε μισό λεπτό χάρισμα σε βλάκες που μας ροκανίζουν τη ζωή ή τη διάθεση. Άπειρες ώρες χαρισμένες έστω και στην απλή θέα του ορίζοντα, αρκεί να είναι ορίζοντας.

Απόψε να πιούμε μαργαρίτες. Ντύσου σαν να είμαστε στο Μεξικό, με βαθύ ντεκολτέ και κόκκινο κραγιόν. Μπορείς να αφήσεις το κινητό στο σπίτι. Θα υπάρξουμε άνευ.

Με κατάλαβες;



Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

2023, Ιούλιος, Κέρκυρα.

Έχουμε τη μεγάλη τύχη να διατηρούμε ένα συμπαθητικό σπίτι στην Κέρκυρα, και έναν μεγάλο έρωτα για την ίδια την Κέρκυρα αλλά και για καθετί ωραίο. Όπως η ίδια η Κέρκυρα.  Πέντε καλοκαίρια δεν κατορθώσαμε να πάμε, για λόγους σημαντικούς και ασήμαντους. Φέτος ήταν υπόσχεση. Εγώ λόγω καταγωγής, έχω περάσει στην Κέρκυρα  περισσότερα από τα μισά καλοκαίρια της ζωής μου. Έχω τόσες αναμνήσεις, όσες δεν έχω για κανένα άλλο μέρος ή συμβάν. Θυμάμαι το αυτοκίνητο του παππού και της γιαγιάς που μας πήγαινε στις δημοφιλείς  παραλίες της εποχής, τον Ίψο, το Πέραμα, τον Άη Γιάννη. Μας πήγαινε και στα ξενοδοχεία, όπου ήταν όλοι φιλόξενοι και περιποιητικοί, περισσότερο με μάς που ήμασταν ντόπιοι, παρά με τους ξένους. Θυμάμαι τα θεόρατα κλαμπ σάντουιτς στο Mira Mare, το κοτόπουλο στο καλαθάκι στο K erkyra Golf και την ταβέρνα στο Πυργί όπου με τσίμπησε μια μέλισσα. Από την πόλη θυμάμαι τα αστραφτερά πεζοδρόμια και τους άδειους δρόμους τα απομεσήμερα, τα ψητά καλαμπόκια, τις άμαξες και τα τρίκλυκλα, ακό

Ο Ηγεμόνας και η Μαίρη

Βάζω απέναντί μου το πρόσωπό της. Είναι μεσήλικη, παντρεμένη, έχει δυο παιδιά, ένα σπίτι, δύο αυτοκίνητα, δυο πιστωτικές, καμία αποταμίευση, γενικώς μικρομεσαία. Στα τέλη του μήνα ζορίζονται αλλά τελικά τα καταφέρνουν με τον σύζυγο, δημόσια υπάλληλος αυτή, στέλεχος επιχείρησης εκείνος.   Έχω βρεθεί μαζί της σε κοινές συναναστροφές δυο τρεις φορές και βρίσκομαι κάθε μέρα στο Facebook . Η Μαίρη είναι η πιο μεγάλη επιτυχία του Ηγεμόνα, όπου ηγεμόνας είναι αυτός που φαντάζεστε. Τον θαυμάζει, τον γεμίζει καρδούλες, ευχές, συγχαρητήρια και συμβουλές.  Και δεν είναι μόνον η Μαίρη, είναι ο  άντρας της Μαίρης, οι φίλοι της Μαίρης, πολλές ακόμα Μαίρες που τον υποστηρίζουν φανατικά, και τον θεωρούν ό, τι καλύτερο μας έχει συμβεί τα τελευταία χρόνια. Τον θεωρούν έναν προοδευτικό, σύγχρονο, ανοιχτόμυαλο Ευρωπαίο με σοβαρότητα, εντιμότητα και τόλμη. Έναν πατριώτη που κουράζεται για το καλό της χώρας, που επιτελεί μεταρρυθμίσεις και έργο, που τελικά είναι, αν όχι μεσσίας, σωτήρας. Η Μαίρη ε

Σώπα ανόητε! [Αλίκη Κατσαρού]

Όσοι έχουμε περάσει από τα ελληνικά πανεπιστήμια, ξέρουμε πάρα πολύ καλά ότι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι σαν τον Τσιόδρα, δεν είναι κανόνας. Όλοι θυμόμαστε αρκετούς που το κύριο τους ενδιαφέρον εξαντλούταν στις χρηματοδοτήσεις των ευρωπαϊκών προγραμμάτων, των οποίων τη λάντζα έκαναν πάντα οι φοιτητές.  Θυμόμαστε άλλους που ναρκισσίζονταν από το ύψος της πανεπιστημιακής έδρας με νεαρές φοιτήτριες και άλλους που εντελώς αδιάφοροι, μετά από μικρή ή μεγάλη πορεία στα γράμματα και τις επιστήμες, εξασφάλιζαν τα οικονομικο-κοινωνικά προνόμια του ακαδημαϊκού και περνούσαν από τα αμφιθέατρα όπως οι τουρίστες από την πλατεία Συντάγματος. Επίσης, όσες νέες και ωραίες έχουμε περάσει από μικρά και μεγάλα ελληνικά νοσοκομεία συνοδεύοντας ηλικιωμένους γονείς ή μικρά παιδιά, σίγουρα θυμόμαστε αρκετούς από τους άρρενες ιατρούς να απλώνουν την σεξιστική τους νοοτροπία στο χώρο, θεωρώντας μας αυτονόητα θύματα της λευκής τους μπλούζας.  Το αίσθημα ανωτερότητας πολλών γιατρών δεν εξαντλείται απαραίτη