Τα ωραιότερα δείπνα τα έχω απολαύσει στο σπίτι της Α. και του J.P., σε ένα κτήμα γεμάτο άγρια ομορφιά και φινέτσα μαζί. Ας σερβίρει σε ασημένια σερβίτσια και παλιές πορσελάνες η Α., σε κάνει να νιώθεις τόσο όμορφα.! Δεν έχει κανένα άγχος για το απαιτητικό φαγητό της, την ώρα που ο αξιαγάπητος JP διαλέγει ένα εκλεκτό κρασί, χαμογελάνε κι οι δυο συνεχώς, θυμώνουν ανοιχτά με ό,τι δεν τους αρέσει και φέρονται απλά… απλά. Στο σπίτι τους παίρνεις μαθήματα κομψότητας μέσα από την φυσικότητα του ανεπιτήδευτου υπέροχου εαυτού τους. Φυσικά.
Τις δύο πιο ενδιαφέρουσες ώρες που θυμάμαι, τις έχω περάσει
ένα βράδυ Πέμπτης, σε ένα μπαρ της Παλιάς Πόλης με τον Ζ. Γοητευτικός τόσο όσο
να μην παρασυρθείς σε σαμποτάζ της κουβέντας από το περιττό –στη δική μας
περίπτωση – φλερτ. Γνωστικός υπερβολικά, αλλά μαζί μου τόσο όσο να μην νιώσω
χαζή. Ευγενής τόσο όσο να νιώθω καλά που συνοδεύομαι αλλά όχι μειονεκτικά που
είμαι το αδύναμο φύλο και άλλα τέτοια παλιακά. Διακριτικός τόσο όσο να αισθάνομαι
άνετα να ανταποδώσω την πρόσκληση, χωρίς να σημαίνει κάτι αυτό. Φυσικά.
Την πιο σημαντική, ανεξίτηλη συνάντηση της ζωής μου, την
έζησα σε ώρα εργασίας. Ήταν με μια μεγάλη προσωπικότητα, τον σύμβουλο και φίλο
ενός από τους σημαντικότερους ηγέτες του κόσμου. Απαλός και γνήσιος εξέπεμπε
φως και γνώση, μοίραζε εικόνες και εμπειρίες χωρίς ίχνος δασκαλίστικης
πρόθεσης. Με ειλικρινή περιέργεια για την ζωή και τον πολιτισμό της πόλης. Με
συγκίνηση για τις αναμνήσεις που εξιστορούσε και ένα πηγαίο κομπλιμέντο προς στο
πρόσωπό μου, λίγο πριν αναχωρήσει, κομπλιμέντο που θα μου μείνει παντοτινά αξέχαστο. Φυσικά.
Την μεγαλύτερη ασφάλεια την έχω νιώσει με την παρουσία της Β.
στο σπίτι μου. Γυναίκα του χωριού, εργάτρια της πόλης, μάνα, γιαγιά και θεία.
Φύλακας – άγγελος των παιδιών μου όποτε την χρειάστηκα, ό, τι ώρα, για όποιο
άγχος, για όποια φοβία, για όποια απορία είχα. Έτσι δίνουν το γάλα, έτσι
ταΐζουν το μωρό, απαλά να του τρίβεις την κοιλίτσα, με τραγουδάκια να το
νανουρίζεις… Σήμερα, τα παιδιά μου τρέχουν από το απέναντι πεζοδρόμιο να την
αγκαλιάσουν, τη φωνάζουν μη και δεν τους δει, την πλημμυρίζουν με την αγάπη
τους. Κι αυτή, τα αγκαλιάζει κάθε φορά, σαν εγγόνια της. Φυσικά.
Φυσικά συμβαίνουν και γράφονται στη ζωή τα πιο όμορφα πράγματα. Και τα πιο άσχημα ίσως. Αλλά τα πιο αληθινά. Τα φτιαχτά ξεφτίζουν πάνω στον άνθρωπο όπως ο κακοφτιαγμένος σοβάς στη βροχή. Ο αριστοκράτης, ο χωρικός, ο ακαδημαϊκός, ο εργάτης, ο ένας κι ο άλλος κι ο παράλλος, έναν τρόπο έχει να αγαπηθεί, να αγκαλιαστεί, να υπάρχει πραγματικά μέσα στις ζωές των άλλων. Να ζει φυσικά.
Φυσικά!