Αναρωτιέμαι γιατί νοσταλγώ τα πρώτα χρόνια των παιδιών μου με τόσο πάθος, τα γλυκά τους γέλια, τα χεράκια που το κλείσιμό τους δε με χώραγε, το γεμάτο περιέργεια βλέμμα τους προς τον μεγάλο κόσμο, τη μυρωδιά του κεφαλιού τους.
Αναρωτιέμαι γιατί η νοσταλγία έχει τόση δύναμη, που γλυκαίνει τα άσχημα τακτοποιώντας τα σε
μια κορνίζα από ζάχαρη άχνη, που κάνει τα τραύματα σημαίες, που δίνει στους
ανθρώπους μυθικές διαστάσεις, στις μυρωδιές μαγικές ιδιότητες, στα τραγούδια
Όσκαρ καλύτερης μουσικής επένδυσης.
Και γιατί η ταινία καθενός μας, μοιάζει όλο πιο γοητευτική
στο πρώτο μισό της;
Φοβάμαι πως τα κριτήρια δεν είναι ακριβώς αντικειμενικά.
Ας είμαι ειλικρινής. Νοσταλγώ τα γλυκά γέλια των παιδιών μου όπως
νοσταλγώ και εκείνο το θεόστενο τζιν που το φερμουάρ του κούμπωνε χωρίς
εμπόδια. Το γκάζι στο αμάξι, επίσης χωρίς εμπόδια. Ποιος μετράει την τιμή της
βενζίνης στα 20; Νοσταλγώ τα ξημερώματα με τις παρέες στα φοιτητικά σπίτια. Την
αγωνία του τηλεφώνου που δε χτυπούσε εκείνο το βράδυ που σίγουρα είχα ερωτευτεί.
Τα βελούδινα πέταλα των τριαντάφυλλων που έφταναν στην πόρτα μετά τον καβγά εξανεμίζοντας
όλες τις αμφιβολίες. Νοσταλγώ τα ροδαλά μου μάγουλα και τα ανυποψίαστα γέλια. Τα
όνειρα για την τέλεια ζωή. Τα γεμάτα γάλα μπιμπερό και τα παστέλ κουβερτάκια.
Όλα συγκεντρωμένα στην εποχή που η φωνή της Γαλάνη έγραφε διαδρομές στο πετσί μου και που το τελευταίο μου ευρώ το έδινα στο απλωμένο χέρι του επαίτη στην πλατεία. Στην εποχή που πίστευα η αγάπη σαρώνει τα πάντα και οι κακοί θα τιμωρούνταν στη λάβα της κολάσεως. Ότι η ομορφιά θα νικούσε τη μιζέρια. Ότι οι πιο πολλοί είχαν καλή πρόθεση και ότι τα λεφτά δε σήμαιναν τίποτα παρά μπελάδες.
Τώρα είναι μάλλον γεγονός ότι ο έρωτας παθαίνει ασφυξία στα
50 τετραγωνικά και η ποίηση διαβάζεται καλύτερα σε έναν άνετο καναπέ. Είναι
γνωστό ότι παλιοί ιδεολόγοι χτυπούν τα σπίτια άτυχων συμπολιτών τους στον
πλειστηριασμό και ότι συνεχίζουμε να τους λέμε καλημέρα στον δρόμο όταν τους συναντάμε
τυχαία. Οι πρόσφυγες δεν αναφέρονται
στις ειδήσεις γιατί ό, τι δε φαίνεται δεν υπάρχει. Και τελευταίως, πολλοί είναι
πεπεισμένοι πως ό, τι λάμπει είναι χρυσός…
Κοιτάω τις παλιές φωτογραφίες με μια τετράγωνη πίκρα σκαλωμένη
στο λαιμό αλλά μου είναι αδύνατον να κλάψω. Όχι γιατί δεν έχω δάκρυα. Αλλά
γιατί συνήθισα το γεγονός ότι έπαψα να είμαι αθώα σαν εκείνο το καλοκαίρι που
περπατούσαμε ξυπόλυτα στην άμμο τρία παιδιά. Δυο μικρά κι εγώ, παιδί, πόσο
παιδί Θε μου!
Έτσι κάποτε θα συνηθίσουν και τα παιδιά μου. Και κάθε παιδί. Γιατί
τέτοια είναι τα πράγματα που γίνεται η νοσταλγία ανάσα για την ύπαρξη, τη ζωή.