Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αυτοί οι άνθρωποι [Αλίκη Κατσαρού]

Με θυμάμαι νέα, αθώα με τα μάτια μου γεμάτα δάκρυα στο άκουσμα της είδησης του βομβαρδισμού της Γιουγκοσλαβίας. Ακόμα δεν μπορώ να ξεκαθαρίσω αν πραγματικά άκουγα τα αεροπλάνα να περνούν πάνω από την Κέρκυρα για να πάνε να σκοτώσουν μερικές χιλιάδες ανθρώπους ή αν τα φανταζόμουν.

Με βλέπω σήμερα να σβήνω την τηλεόραση, μη θέλοντας να ακούσω το πώς, το τι και το γιατί της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία.

Το μεταξύ του τότε και του σήμερα είναι δύο γεμάτες δεκαετίες από ανθρώπους, συναισθήματα, ματαιώσεις, θανάτους, γάμους και γεννήσεις. Δυο γεμάτες δεκαετίες από γέλια και δάκρυα, από έρωτες και συγκρούσεις, από δικαίωση και απογοητεύσεις. Δηλαδή από όλα όσα έχει η ανθρώπινη ζωή ενός μεσαίου ανθρώπου σε μια ειρηνική χώρα. Και είμαι εντάξει με αυτό.

Δεν είμαι όμως εντάξει με τον εαυτό μου που αλλάζει κουβέντα στη συζήτηση του πολέμου. Δεν είμαι εντάξει με την στωική αποδοχή ότι έτσι έχουν τα πράγματα, οι καβαλάρηδες πάντα θα οργώνουν τον κόσμο με θανατηφόρους καλπασμούς. Δεν είμαι εντάξει που δεν βρίσκω νόημα να πιστεύω σε κάτι άλλο, ούτε που κατανοώ καλύτερα όσους σώζουν το τομάρι τους από κάθε απειλή και που καμιά φορά εύχομαι να τους μοιάσω.

Ότι έχω γίνει μια κοινότοπη ενήλικη -ενήλικη με την ουσιαστική έννοια κι όχι με τον αριθμό 18-  γι’ αυτό δεν είμαι εντάξει, και φαντάζομαι ότι ο κόσμος έτσι γεμίζει στάχτες και πτώματα στους αιώνες των αιώνων, εξαιτίας αυτής της σιχαμερής, ανθρώπινης κοινοτοπίας, του μικρού, μεσαίου ή μεγάλου φιλοτομαρισμού. Έστω του απλού εφησυχασμού…

Σβήνω την τηλεόραση και σήμερα.



Μικρή παρηγοριά οι άνθρωποι που ποτέ δεν χώρεσαν στην κοινοτοπία της ύπαρξης, ούτε το προγραμματίζουν. Οι άνθρωποι που πάντα θα μου υπενθυμίζουν τα δάκρυα για τη Γιουγκοσλαβία, που το βλέμμα τους θα παραμείνει ο παντοτινός καθρέφτης της χαμένης μου αθωότητας. Αυτοί οι άνθρωποι, όχι, δε θα σώσουν τον κόσμο, αλλά πάντα θα τον κρατούν λίγο πιο φωτεινό, λίγο πιο καθαρό.

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Σώπα ανόητε! [Αλίκη Κατσαρού]

Όσοι έχουμε περάσει από τα ελληνικά πανεπιστήμια, ξέρουμε πάρα πολύ καλά ότι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι σαν τον Τσιόδρα, δεν είναι κανόνας. Όλοι θυμόμαστε αρκετούς που το κύριο τους ενδιαφέρον εξαντλούταν στις χρηματοδοτήσεις των ευρωπαϊκών προγραμμάτων, των οποίων τη λάντζα έκαναν πάντα οι φοιτητές.  Θυμόμαστε άλλους που ναρκισσίζονταν από το ύψος της πανεπιστημιακής έδρας με νεαρές φοιτήτριες και άλλους που εντελώς αδιάφοροι, μετά από μικρή ή μεγάλη πορεία στα γράμματα και τις επιστήμες, εξασφάλιζαν τα οικονομικο-κοινωνικά προνόμια του ακαδημαϊκού και περνούσαν από τα αμφιθέατρα όπως οι τουρίστες από την πλατεία Συντάγματος. Επίσης, όσες νέες και ωραίες έχουμε περάσει από μικρά και μεγάλα ελληνικά νοσοκομεία συνοδεύοντας ηλικιωμένους γονείς ή μικρά παιδιά, σίγουρα θυμόμαστε αρκετούς από τους άρρενες ιατρούς να απλώνουν την σεξιστική τους νοοτροπία στο χώρο, θεωρώντας μας αυτονόητα θύματα της λευκής τους μπλούζας.  Το αίσθημα ανωτερότητας πολλών γιατρών δεν εξαντλείται...

Ο Ηγεμόνας και η Μαίρη

Βάζω απέναντί μου το πρόσωπό της. Είναι μεσήλικη, παντρεμένη, έχει δυο παιδιά, ένα σπίτι, δύο αυτοκίνητα, δυο πιστωτικές, καμία αποταμίευση, γενικώς μικρομεσαία. Στα τέλη του μήνα ζορίζονται αλλά τελικά τα καταφέρνουν με τον σύζυγο, δημόσια υπάλληλος αυτή, στέλεχος επιχείρησης εκείνος.   Έχω βρεθεί μαζί της σε κοινές συναναστροφές δυο τρεις φορές και βρίσκομαι κάθε μέρα στο Facebook . Η Μαίρη είναι η πιο μεγάλη επιτυχία του Ηγεμόνα, όπου ηγεμόνας είναι αυτός που φαντάζεστε. Τον θαυμάζει, τον γεμίζει καρδούλες, ευχές, συγχαρητήρια και συμβουλές.  Και δεν είναι μόνον η Μαίρη, είναι ο  άντρας της Μαίρης, οι φίλοι της Μαίρης, πολλές ακόμα Μαίρες που τον υποστηρίζουν φανατικά, και τον θεωρούν ό, τι καλύτερο μας έχει συμβεί τα τελευταία χρόνια. Τον θεωρούν έναν προοδευτικό, σύγχρονο, ανοιχτόμυαλο Ευρωπαίο με σοβαρότητα, εντιμότητα και τόλμη. Έναν πατριώτη που κουράζεται για το καλό της χώρας, που επιτελεί μεταρρυθμίσεις και έργο, που τελικά είναι, αν όχι μεσσίας, σωτήρα...

Σήμερα , 17 Νοεμβρίου 2024. [ Αλίκη Κατσαρού ]

  Είχα μια απελπιστικά δύσκολη μέρα. Από αυτές που θες να σβήσεις από τη μνήμη σου, όμως δεν είναι χάρτινες σελίδες στο ημερολόγιο  να τις σκίσεις ή να τις κάψεις για πιο καλά αποτελέσματα. Αντίθετα είναι από εκείνες που έρχονται και σε τυραννούν σαν φαντάσματα ενοχλητικά κάθε λίγο που λένε με πείσμα «μη με ξεχάσεις». Όλο και περισσότερο πιστεύω ότι τις απελπισίες τις δημιουργούμε μόνοι μας. Εννοώ ότι αν δεν συμβαίνει κάτι αντικειμενικά θλιβερό, όλα τα άλλα είναι προσωπική απόφαση «είμαι καλά / δεν είμαι καλά», εσύ αποφασίζεις. Δεν είναι. Θα ήταν. Σε έναν κανονικό κόσμο, σε μια φυσιολογική, ισορροπημένη πραγματικότητα. Εκεί δηλαδή που ζεις σαν κανονικός άνθρωπος, εργάζεσαι, παράγεις, προσφέρεις, απολαμβάνεις, μοιράζεσαι, χαίρεσαι. Στον σημερινό όμως κόσμο, η αίσθηση του «είμαι καλά» ταυτίζεται απόλυτα με το έχω όλα τα καλά . Ποια καλά; Τα ατέλειωτα, αυτά που δεν σταματάς να χρειάζεσαι, αυτά που θέλεις κι άλλα, κι άλλα και ποτέ δε φτάνουν   και τελικά γίνε...