Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Ιούνιος, 2015

Οι αλλαγές [Αλίκη Κατσαρού]

Ο λόγος που δεν έχω κάνει ποτέ tattoo , παρότι μου αρέσουν, είναι οι αλλαγές. Πιστεύω πως οι έξυπνοι άνθρωποι, και δεν εννοώ αυτούς με IQ 1000, εννοώ όσους έχουν μέσα τους την ευφυΐα της ζωής, διαρκώς αλλάζουν. Ένα tattoo , που σήμερα μου αρέσει, ας πούμε ένα τριανταφυλλάκι στον αστράγαλο, μπορεί σε δέκα χρόνια να με απωθεί. Η μονιμότητα, η στασιμότητα με τρομάζουν. Οι αλλαγή με συνεπαίρνει. Παίρνει χρόνους βεβαίως να καταλάβει κανείς τι τον σκιάζει και τι τον ανεβάζει, όσους χρόνους παίρνει και η έναρξη του βηματισμού προς την ελευθερία. Οι επίπλαστες ασφάλειες της ταμπέλας, οικογενειακής, συναισθηματικής, επαγγελματικής, κοινωνικής, σαν ζώνες παρθενίας, στραγγαλίζουν την ομορφιά της ζωής μας, από τη μέρα που μαθαίνουμε να προφέρουμε το όνομά μας καθαρά. Τα πλαίσια και οι ταμπέλες, ψευδαισθήσεις μιας ευτυχισμένης ζωής, ξεγέλασαν και θα ξεγελούν εκατομμύρια ψυχές, που υποψιάζονται πως κάπου εκεί έξω υπάρχει μια Μούσα, η Ελευθερία, αλλά δεν γνωρίζουν πού κατοικεί. Ίσως κάποιες

Όταν ήμουν νέος [Σπύρος Γκόγκος]

όταν ήμουν νέος ήθελα να ερωτευτώ  ένα κορίτσι κι εκείνη να μη με θέλει να ζήσω μακριά της όλη μου τη ζωή να τροφοδοτεί τη σκέψη μου ο έρωτας να γράφω για κείνη ανούσια λόγια δίχως ποτέ να τα διαβάσει να βρω ένα σπίτι να κατοικώ στα ανατολικά από το δικό της σπίτι σε μακρινή απόσταση μην τύχει και με δει ποτέ αλλά να μπορώ να στρέφομαι  προς εκείνη το κάθε ηλιοβασίλεμα και ν’ αντικρίζω το φλόγισμα της δύσης τη θέρμη του ορίζοντα σαν φωτιά να τυλίγει τον τόπο της φωτοστέφανο καυτό να με θέλγει σαν εκείνη που θα έχω ερωτευτεί (γιατί οι άνθρωποι ανέκαθεν έλκονταν από το φως και τη θέρμη της φωτιάς) τούτα ήθελα όταν ήμουν νέος την ώρα που φλογίζεται η δύση το φως και η θέρμη της να με καλούν να μεταβώ σε κείνη να είναι αδήριτη η ανάγκη μου να φλέγομαι από επιθυμία να με μαγνητίζει η δύση κι εκείνη που θα ‘χω ερωτευτεί να είναι η φλόγα που με σιγοκαίει κι ας μην το μάθαινε ποτέ

Η ΚΛΗΡΩΣΗ (Σπύρος Γκόγκος)

Ένιωσα μιαν ανατριχίλα. Διέβην το Ρουβικώνα κι επανήλθα στο Δημοτικό μου Σχολείο, στο Νέο Φρούριο. Ανέβηκα τα πλατύσκαλα της αρχαίας μίνας και βγήκα στο ξέφωτο της αυλής. Αποφοίτησα από εδώ ακριβώς είκοσι τρία χρόνια πριν.  Είκοσι τρία χρόνια…. Το πώς κυλά ο χρόνος είναι κωμικοτραγικό. Σαν χείμαρρος φουσκωμένος απ’ τις βροχές του Νοέμβρη. Η μπροστινή αυλή μου φάνηκε μικρή, λιλιπούτεια, σαν να κατέστην ο πλέον βραχύσωμος Γκιούλιβερ όλων των εποχών – κείνα τα χρόνια φάνταζε αχανής. Πλήθος παιδοβόλια εξαπλωμένα σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της. Γαιτανάκι παιχνιδιού, παιδιάστικων φωνών, μικροερίδων της ηλικίας, κέφι, ζωντάνια, σαν μελίσσι – το θαύμα της διάδρασης της παιδικότητας. Θαύμα θαυμάτων. Στο κατώφλι της εξώθυρας ένιωσα ρίγη. Τούτο το κατώφλι το πέρασα περίπου 850 φορές, από τα μέσα της δευτέρας δημοτικού (από μια παγωμένη Τετάρτη του Φλεβάρη του 1987, λίγους μήνες πριν ο Γιαννάκης υψώσει εκείνο το Κύπελλο στο Ευρωμπάσκετ της Αθήνας) μέχρι το πανηγυρικό φινάλε της έκτης, το

Λεβεντιά [Αλίκη Κατσαρού]

Έχω βρεθεί μάρτυρας της παρακάτω σκηνής: Νεόπλουτος γίγαντας του τόπου, σε σάλα κοσμικού εστιατορίου-μπαρ της εποχής, παράγγειλε μεγαλόφωνα μια maxi γαλλική σαμπάνια, κέρασμα σε γνωστό του που έτρωγε σε παρακείμενο τραπέζι,  για την επόμενη βραδιά που θα γιόρταζε στο ίδιο μέρος τη γιορτή του. Πριν αλέκτωρ λαλήσει τρεις, δηλαδή αμέσως μετά την αναχώρησή του, ο γαλαντόμος new - rich τηλεφώνησε στο εστιατόριο και ακύρωσε την παραγγελία. Η επίδειξη είχε γίνει, όλα τα τραπέζια είχαν θαυμάσει τη γενναιοδωρία του. Τι πείραζε που την επομένη, η πράξη της γαλαντομίας δε θα πραγματοποιούταν; Μονάχα ο εορτάζων θα γνώριζε την ακύρωση του κεράσματος από τον γίγαντα, λίγο το κακό… Τέτοιες εκφράσεις βλαχιάς και γυφτιάς μαζί, (και ας με συγχωρήσει η φυλή των Βλάχων και των Αθιγγάνων για τη χρήση των επικρατούντων αυτών όρων), συνέβησαν χιλιάδες, συχνά και πυκνά στα in μέρη της επικράτειας προ κρίσης. Το ‘φαίνομαι’ νικούσε το ‘είμαι’ στα σημεία. Τα σημεία ήταν οι βιτρίνες, μικρές, μεσαίες, μεγάλ